Πριν ξεκινήσω την ιστορία θα ήθελα να σημειώσω ότι δε θα κάνω πολλές ιστορικές αναφορές. Το Παρίσι το ξέρουμε λίγο πολύ όλοι, έχουν γραφτεί δεκάδες πράγματα, οι περισσότερες αναλυτικότατες και περιεκτικότατες. Θα προσπαθήσω-κυρίως μέσα από τις φωτογραφίες-να μεταφέρω τη δική μου ματιά για αυτή την πόλη, όπως τη βίωσα και τις δύο φορές φορές που την επισκέφτηκα. Η πρώτη φορά που πήγα ήταν το Σεπτέμβριο του 2013, μια παρέα 6 ατόμων. Τώρα ( Φεβρουάριος 2016) πήγα μόνο με το φίλο μου.
Οι φωτογραφίες είναι και από τα δύο ταξίδια (αν και οι περισσότερες είναι από το πιο πρόσφατο) κι έτσι ο όγκος των φωτογραφιών είναι μεγάλος, αλλά θα προσπαθήσω να μη σας κουράσω πολύ.
Επίσης, μπορεί να σας φανώ λίγο γραφικός στις περιγραφές μου, λίγο παραπάνω ρομαντικός, όμως με το Παρίσι έχει συμβεί κάτι που δε μου έχει συμβεί με καμία πόλη από όσες έχω δει ως τώρα. Υπάρχει μεγάλος έρωτας. Η σχέση αυτή ξεκινάει από πολύ παλιά, πριν ακόμα την επισκεφτώ….
Για ένα περίεργο λόγο που ακόμα δεν μπορώ να προσδιορίσω, θυμάμαι τον εαυτό μου από πολύ μικρό, να γοητεύομαι από τις εικόνες του Παρισιού που έβλεπα τυχαία σε καρτ-ποστάλ και στην τηλεόραση.
Στο φροντιστήριο των αγγλικών μου, όταν μας πρότειναν να αλληλογραφήσουμε με κάποιο άλλο παιδί από το εξωτερικό για εξάσκηση στα αγγλικά, όλοι επέλεξαν κάποιον από την Αγγλία, ενώ εγώ ήμουν ο μοναδικός που είπα ότι επιθυμώ έναν «pen-friend» από τη Γαλλία. Ξεκίνησα να αλληλογραφώ λοιπόν με τον Jérôme ένα συμπεθέστατο τύπο με κατσαρά μαλλιά που είχε κόλλημα με το χόκεϊ στον πάγο και έμενε λίγο έξω από το Παρίσι.
Ανταλλάξαμε γράμματα για περίπου ένα χρόνο και μετά έτσι ξαφνικά, δε θυμάμαι το λόγο, απλά σταματήσαμε. Ίσως επειδή ως παιδιά βρήκαμε ενδιαφέρον σε άλλα πράγματα. Τον Jérôme προσπάθησα πριν λίγους μήνες να τον βρω σε ότι κοινωνικό δίκτυο υπάρχει, αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Του ξαναέστειλα γράμμα μέσω ταχυδρομείου στη διεύθυνση που είχα από τότε αλλά δεν πήρα καμία απάντηση.
Για να βρω το κουπόνι που μου είχαν δώσει απο το φροντιστήριο με τα στοιχεία του έπρεπε να ψάξω σε πράγματα που είχα να δω για πάνω απο 20 χρόνια… Τελικά το βρήκα.
Θα ήθελα πολύ αυτή η μικρή εμβόλιμη ιστορία να έχει ένα πιο ενδιαφέρον τέλος, να μου απαντούσε και ίσως να βρισκόμασταν στο Παρίσι σχεδόν 22 χρόνια μετά, όμως η αλήθεια είναι πως κατά πάσα πιθανότητα δε θα μάθω ποτέ τι απέγινε. Όμως, c’est la vie.
Στο ίδιο φροντιστήριο, δήλωσα μια μέρα ότι θέλω να μάθω γαλλικά. Ήμουν ο μόνος που ήθελε, έτσι δε δημιουργήθηκε τμήμα. Όταν στο μάθημα των αγγλικών λοιπόν παρέδιδα το τετράδιο της ορθογραφίας πάντα ζωγράφιζα δίπλα από το όνομά μου και έναν πύργο του Άιφελ που έπιανε όλη τη σελίδα για τους σπάσω τα νεύρα. Το σχόλιο της δασκάλας ήταν ότι «ζωγραφίζω πολύ ωραία» χωρίς κάτι παραπάνω. Οι αθώες μου προσπάθειες για εκδίκηση έπεσαν στο κενό και μέχρι πέρυσι, που έμαθα γαλλικά (εκπληρώνοντας έτσι το τότε απωθημένο μου) δεν ξανασχολήθηκα με το να μιλήσω τη γλώσσα, παρά μόνο την πρώτη φορά που πήγα στο Παρίσι με θεαματική αλλά και πολύ διασκεδαστική για τους άλλους αποτυχία.
Για το Παρίσι το μόνο που ήξερα σαν παιδί είναι ότι βρίσκεται σε μια χώρα αρκετά μακριά, που τότε στο μυαλό μου δε φανταζόμουν ποτέ ότι θα μπορέσω να επισκεφτώ. Αρχές τις δεκαετίας του ’90, όχι μόνο ίντερνετ δεν υπήρχε, αλλά τα πάντα σε σχέση με το εξωτερικό (τουλάχιστον στο δικό μου περιβάλλον) ήταν θολά και άγνωστα. Όταν δε, ρώτησα τους γονείς μου αν η Disneyland όντως υπάρχει ή αν είναι απλά ένα logo που βάζουν στα intro των κινουμένων σχεδίων, ως απάντηση σήκωσαν απλά τους ώμους τους. Έτσι, στο μυαλό μου η όλη ιστορία «Παρίσι» πήρε διαστάσεις περισσότερο μυθικές και σουρεαλιστικές κι έτσι μην μπορώντας να ξεχωρίσω την πραγματικότητα από το φανταστικό άφησα τον εαυτό μου να μυθοποιήσει μια πόλη για την οποία η μόνη πληροφορία που είχα ήταν ένα τεράστιο μνημείο σε σχήμα «Α»και ένα κάστρο κάπου εκεί κοντά, σαν αυτό που έβλεπα στα παραμύθια.
Το ότι θεωρώ λοιπόν το Παρίσι την ωραιότερη πόλη που έχω δει ως τώρα, το ότι συγκινούμαι όποτε την επισκέφτομαι και ότι μένω πάντα με το στόμα ανοιχτό ανακαλύπτοντας κάτι νέο στο παρακάτω στενό που θα στρίψω, ίσως ενδόμυχα να συμβαίνει γιατί μου γρατζουνάει κάτι από την παιδική μου ηλικία. Ή μπορεί απλά να συμβαίνει γιατί το Παρίσι είναι όντως η ομορφότερη πόλη του κόσμου.
Μετά από αυτή τη retro εισαγωγή, ας περάσουμε στα πρακτικά και σε μερικές συμβουλές που θα ήθελα να σας δώσω για τη διευκόλυνσή σας.
TIPS
1) Από τις πρώτες ερωτήσεις που διάβαζα στο forum ήταν «πώς θα πάω από το αεροδρόμιο στο κέντρο της πόλης» και ήταν κάτι που έψαχνα κι εγώ. Συνήθως οι πτήσεις με aegean από Ελλάδα προσγειώνονται στο Terminal 1. Η γραμμή RER B τoυ μετρό που πάει στην πόλη φεύγει από το Terminal 3. Έτσι πρέπει να πάρετε το shuttle για να αλλάξετε Terminal. Μη σκάτε. Σε αυτό το site http://parisbytrain.com/airport-to-paris-terminal-1/ έχει οδηγίες για το πώς να πάτε ακριβώς από το terminal 1 που θα προσγειωθείτε στο κέντρο της πόλης. Τα περιγράφει αναλυτικά, έχει και φωτογραφίες. Είναι σα να σας παίρνει κάποιος από το χέρι και να σας πηγαίνει, πιο εύκολο δεν πρόκειται να βρείτε. Στο ίδιο site έχει οδηγίες και για το terminal 2.
2) Βγάλ’τε την Pass Navigo, μόλις πάτε στο Terminal 3. Κοστίζει γύρω στα 26 ευρώ, ισχύει για μια εβδομάδα και μπορείτε να κυκλοφορείτε με όλα τα μέσα μαζικής μεταφοράς του Παρισιού σε ΟΛΕΣ τις ζώνες.
Η πόλη εκτός από διαμερίσματα, χωρίζεται και σε ζώνες. Το Παρίσι είναι ζώνη 1 αλλά οι Βερσαλίες πχ είναι ζώνη 4, η Disneyland και το αεροδρόμιο CDG ζώνη 5. Κάθε ζώνη έχει διαφορετικό κόστος εισιτηρίου οπότε με αυτό το pass ξενοιάζετε. Αν σκεφτείτε όμως οτι θέλετε 20 ευρώ μόνο για τη διαδρομή από και προς το αεροδρόμιο (10 για να φύγετε και 10 για να ξαναπάτε) με 6 ευρώ παραπάνω έχετε απεριόριστες διαδρομές με όλα τα μέσα σε όλες τις ζώνες της πόλης. Συμφέρει με χίλια.
Σημαντικό: Αν θελήσετε να βγάλετε το Pass Navigo, να έχετε μια φωτογραφία μαζί σας. Διαφορετικά θα πρέπει να πάτε πίσω απο τα εκδοτήρια να βγάλετε στο φωτογραφικό θάλαμο. Κοστίζει 5 ευρώ, η αναμονή είναι μεγάλη και αυτό το χρέπι κάνει μία ώρα για να σε βγάλει μια ρημάδα φωτογραφία. Γύρω στα 5 λεπτά ο καθένας κάθεται στο θάλαμο. Το Navigo Pass είναι αυτό:
και το χτυπάς ΕΤΣΙ στα μηχανήματα του μετρό:
Τονίζω το «ΕΤΣΙ» ώστε να μην προσπαθείτε σαν κάποιον άλλο να το ακυρώσετε στη θύρα που μπαίνουν τα κανονικά εισιτήρια. Κάνω πως δεν έγραψα την τελευταία πρόταση και συνεχίζω.
(Περισσότερα για τα εισιτήρια εδώ: http://parisbytrain.com/paris-metro/#single-ticket )
3) Το μετρό είναι τεράστιο. Υπάρχει ολόκληρη «πόλη» κάτω από το Παρίσι που λέγεται μετρό. Για μια αλλαγή γραμμής μπορεί να χρειαστεί να περπατήσετε 10 λεπτά, να βγείτε σε μια αποβάθρα και να συνεχίσετε από την άλλη έξοδο της αποβάθρας μέχρι να βγείτε στον προορισμό σας. Ευτυχώς για εμάς, υπάρχουν διάφορα πραγματάκια που μας βοηθούν στο να βρούμε ποια γραμμή πρέπει να πάρουμε χωρίς να ψάχνουμε στο χάρτη με τις ώρες.
Ένα πολύ βοηθητικό site είναι αυτό:
http://vasyenmetro.com/?lang=en
Βάζετε τη στάση της αφετηρίας και τη στάση του προορισμού και σας βγάζει ακριβώς στο χάρτη τη γραμμή και σε ποιο σταθμό πρέπει να αλλάξετε γραμμή.
Υπάρχει κάτι ακόμα καλύτερο όμως:
Κατεβάστε στο κινητό σας την εφαρμογή «Next Stop Paris – RATP«. Υπάρχει και για android και για iPhone και είναι δωρεάν. Αυτή η θαυματουργή εφαρμογή λοιπόν λειτουργεί χωρίς να χρειάζεται internet και είναι κάτι σαν το παραπάνω link μόνο που το έχει πάει ακόμα παραπέρα. Βάζετε αφετηρία και προορισμό και σας βγάζει τη διαδρομή, αλλά μπορείτε να βάλετε και attraction. Πχ, Eiffel Tower. Από που θες να πας; Από τη Βαστίλη;; Voilà.
Πατώντας δίπλα στο εικονίδιο του χάρτη σας δείχνει την πλήρη διαδρομή και τους ενδιάμεσους σταθμούς.
4) Κατεβάσ’τε offline maps. Ή για το google maps ή στην εφαρμογή «maps.me«. Χρησιμοποιεί το GPS του κινητού και δείχνει στο χάρτη που ακριβώς είστε χωρίς να χρειάζεται σύνδεση στο ίντερνετ, έτσι μπορείτε να το χρησιμοποιείσετε παντού. Το maps.me μπορεί να σας βγάλει και δρομολόγιο για το πως να πατε απο τον ένα προορισμό στον άλλο, το google maps για να κάνει κάτι αντίστοιχο χρειάζεται internet, αλλά προσωπικά προτιμώ το interface της google.
Κατάρριψη στερεότυπου #1: Οι Παριζιάνοι είναι αγενείς.
Οι Παριζιάνοι που συνάντησα εγώ τουλάχιστον, ήταν ευγενέστατοι. Πρόθυμοι να βοηθήσουν, χαμογελαστοί, ευδιάθετοι. Κάντε το «bonjour» και το «pardon» φίλους σας και όλα θα πάνε κατ’ευχής. Οι Γάλλοι δίνουν μεγάλη σημασία στην ευγένεια (λίγο ειρωνικό αν σκεφτεί κάποιος ότι έχουν τον τίτλο του πιο αγενή λαού).
Κατάρριψη στερεότυπου #2: Οι Παριζιάνοι δε μιλάνε αγγλικά.
Δεν υπήρχε άνθρωπος σε κατάστημα, υπηρεσία ή ακόμα και στο δρόμο, που να μη μιλούσε αγγλικά. Δεν έπιασα κουβέντα με κάποιον ηλικιωμένο βέβαια, αλλά οι νέοι όλοι μιλούσαν αγγλικά, είτε τους ρωτάς που είναι η τάδε στάση του μετρό είτε θες να παραγγείλεις κάτι στο restaurant. Μερικές φορές μου απαντούσαν από μόνοι τους στα αγγλικά μετά από λίγη ώρα, αφού από την προφορά μου στα γαλλικά καταλάβαιναν ότι είμαι τουρίστας (ή από ευγένεια για να με διευκολύνουν, ή από ανασφάλεια για να δείξουν ότι μιλάνε τη γλώσσα, δεν μπόρεσα να καταλάβω…). Εκεί τους πετάς ένα μικρό ψεματάκι ότι δε μιλάς τα αγγλικά και η συζήτηση συνεχίζεται ωραία κι όμορφα στα γαλλικά. Πάντως σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται να μην καταφέρετε να συνεννοηθείτε. Η προφορά τους στα αγγλικά είναι κάπως αστεία, δεν μπορούν να πουν το «δ». Πχ αντί για «this» λένε «zis». Φαντάζομαι όμως κάπως έτσι θα ακουγόταν και για αυτούς η δική μου προφορά στα γαλλικά, που δυσκολεύομαι για παράδειγμα να προφέρω σωστά το παχύ «s» (ch) που έχουν. Still working on it.
Κεφάλαιο 1.
Μέναμε στο ξενοδοχείο Coypel, στην Place d’Italie. Ένα απλό, οικονομικό ξενοδοχείο που όμως ήταν καθαρό και -το σημαντικότερο- το δωμάτιο είχε δική του τουαλέτα με ντουζ. Από την Place d’Italie λοιπόν ξεκινήσαμε μια μεγάλη βόλτα βόρεια, περπατώντας την Avenue des Gobelins.
H ομώνυμη στάση του μετρό.
Όπως θα δείτε κι εσείς στις φωτογραφίες, οι φοβίες μου για τον καιρό εξανεμίστηκαν αμέσως μιας και ο ουρανός ήταν καταγάλανος με πολύ λίγα σύννεφα (την επόμενη μέρα δεν είχε κανένα). Το Παρίσι, υπό το φως του ήλιου παίρνει μια εντελώς διαφορετική άποψη. Καθώς οι ακτίνες του χτυπάνε τα κτίρια, η πόλη ζωντανεύει, μοιάζει λαμπερή διώχνοντας από πάνω της την ετικέτα της «μουντάδας» που -δικαίως εδώ που τα λέμε της έχουν προσάψει. Νομίζω ήμασταν πάρα πολύ τυχεροί λοιπόν που συναντήσαμε τέτοιο καιρό. Ωστόσο, έκανε πολύ κρύο. Είχε γύρω στους 0 βαθμούς το πρωί και έφτανε μέχρι τους 5 το μεσημέρι. Αν δεν ήσουν καλά ντυμένος, ο ήλιος δεν μπορούσε να σώσει την κατάσταση. Έτσι τυλιγμένοι σαν κρεμμύδια και φορώντας ισοθερμικά δεν καταλάβαμε τίποτα. Ομολογώ πως είναι ο καιρός που ευχαριστήθηκα ίσως περισσότερο από κάθε άλλο ταξίδι, εφόσον έλειπε η βροχή αλλά και η αφόρητη ζέστη που συναντώ στα ταξίδια που κάνω το καλοκαίρι, που καθόλου μα καθόλου δεν τη συμπαθώ.
Επίσης, η πόλη ήταν ήρεμη, ήσυχη. Καμία σχέση με το Παρίσι που είχα δει το Σεπτέμβρη του ’13. Αυτό φαντάζομαι οφείλεται και στις τρομοκρατικές επιθέσεις αλλά και στην εποχή. Όπως και να’χει, εγώ λάτρεψα το γεγονός ότι η πόλη ήταν πιο ήσυχη, με έκανε να αισθανθώ λιγότερο τουρίστας και κατάφερε και με «αιχμαλώτισε» ακόμη περισσότερο.
Συνεχίζοντας λοιπόν την Avenue des Gobelins θα φτάσουμε στην πλατεία Square Saint-Médard και συνεχίζοντας στην ίδια κατεύθυνση της Avenue des Gobelins θα βρούμε τη Rue Mouffetard. O συγκεκριμένος δρόμος είναι ένας πανέμορφος, πλακόστρωτος και ελαφρώς τουριστικός δρόμος, με όμορφα κτίρια και πολλά εστιατόρια και μπαρ.
Στο Νο 122 μου τράβηξε την προσοχή η επιγραφή του «A LA BONNE SOURCE».
Ωπ…! Κρητική κουζίνα (λέμε τώρα) στη Rue Mouffetard; Και με καλτ επιγραφή; Ε αξίζει μαι φωτό!
Όμορφο μπαράκι που η πόρτα του ήταν τόσο μικρή που μου έβγαζε κάτι απο εποχή ποτοαπαγόρευσης. Ο Βασίλης το κοιτάει αλλά δεν καταλαβαίνω το λόγο, αφού δεν το έχει με το nightlife καθόλου (όπως ούτε κι εγώ η αλήθεια είναι με ελάχιστες εξαιρέσεις).
Και πάλι άρωμα Ελλάδας στον «Μικρό Έλληνα» που φήμες θέλουν να φτιάχνει από τις καλύτερες κρέπες της πόλης. Η αλήθεια είναι ότι πάντα όποτε περνούσαμε βλέπαμε κόσμο και αναμονή. Δυστυχώς δεν πεινούσαμε αλλιώς θα τον τιμούσαμε. Αντιθέτως, το βράδυ που γυρίσαμε από τον ίδιο δρόμο προτιμήσαμε να φάμε κάτι τάρτες με λαχανικά απο ένα άλλο μαγαζί λίγο πριν οι οποίες δεν ήταν και πολύ ωραίες. Κρίμα!
Πόσο όμορφο και πόσο Παριζιάνικο αυτό το cafe; Rue Mouffetard διασταύρωση με Rue du Pot de Fer.
Φτάνουμε στη Λατινική Συνοικία του Παρισιού (Quartier Latin) και ψάχνουμε για το αμφιθέατρο Arènes de Lutèce, στάδιο της γαλλορωμαϊκής περιόδου που χρονολογείται απο τον 1 αι. μ. Χ.
Μερικές φωτογραφίες της γειτονίας λίγο πριν το στάδιο.
Ενδιαφέρουσα αρχιτεκτονική πρόταση! Ε;
Φτάσαμε λοιπόν. Το στάδιο αυτό κάποτε χωρούσε έως και 15.000 άτομα και στο χώρο του λάμβαναν χώρα -τι άλλο;- μονομαχίες.
Αν περιμένατε να δείτε κάτι σαν το Κολοσσαίο, μάλλον θα απογοητευτείτε μιας και μόνο ο χώρος της «αρένας» ας πούμε έχει μείνει ώστε να μαρτυρά τι ήταν κάποτε. Ωστόσο, στο συγκεκριμένο χώρο σήμερα θα δείτε πολλούς Γάλλους να παίζουν το αγαπημένο τους παιχνίδι, το οποίο λέγεται Pétanque. Προσπαθείς να πετάξεις μία μεταλλική μπάλα όσο πιο κοντά γίνεται σε μια μικρή ξύλινη μπάλα. Αυτό κατάλαβα βλέποντάς το, όποιος ξέρει κάτι παραπάνω να μας διαφωτίσει! Δεξιά στη φωτογραφία, παίζουν αυτό το παιχνίδι. Αν κάνετε μεγέθυνση μπορεί να φανεί καλύτερα.
Φυσικά δεν λείπουν και οι οικογενειακές βόλτες…
Ένα απο τα πράγματα που λατρεύω στο Παρίσι είναι οι στέγες των σπιτιών. Έχω φωτογραφίσει πραγματικά άπειρες στέγες. Η ομοιομορφία όλων των κτιρίων με το γκρι-μπλε χρώμα των σκεπών σε συνδυασμό με τις κόκκινες καμινάδες είναι ένα από τα χαρακτηριστικά της αρχιτεκτονικής του Παρισιού και προσωπικά βλέποντας αυτές τις μικρές σοφίτες φαντάζομαι τον Πίτερ Παν να μπαίνει και να κλέβει τη Γουέντι, αλλά αυτό συνέβαινε στο Λονδίνο…. Στο Παρίσι η αλήθεια είναι λίγο πιο πεζή, οι σοφίτες ήταν τα δωμάτια του υπηρετικού προσωπικού παλαιότερα. Τώρα αυτά τα μικροσκοπικά δωματιάκια τα νοικιάζουν συνήθως σε φοιτητές. Παρ’όλα αυτά, βλέποντας τις, ο ρομαντισμός μου χτυπάει κόκκινο και αναπόφευκτα ανατρέχω σε σχέδια και ζωγραφιές του Παρισιού, που απεικονίζουν χειμωνιάτικες νύχτες με τον καπνό να βγαίνει από αυτές τις καμινάδες και στα παράθυρα να αχνοφαίνονται πίσω από το φως οι σιλουέτες των κατοίκων τους…
Φεύγοντας, περνάμε τη Rue de Navarre, ανεβαίνουμε τα σκαλάκια, βγάζουμε μια φωτογραφία…
Και διασχίζουμε τη στενή και όμορφη Rue Rollin
Το κτίριο οβίδα! Τέλειο!
Και πλησιάζουμε προς το Πάνθεον. Αυτή είναι η εκκλησία δίπλα, η Saint-Étienne-du-Mont.
Και…το Πάνθεον.
Να’μαστε. Σαφείς ελληνικές επιρροές στην αρχιτεκτονική.
«Στους μεγάλους άνδρες της, η ευγνωμονούσα πατρίδα»
Βγάζουμε τις απαραίτητες φωτογραφίες έξω απο το Πάνθεον, συναντώντας ένα ζευγάρι τουριστών. Τους ζήτησα να μας βγάλουν μια φωτογραφία.
-Excuse me, can you please take us a photograph?
-Yes of course. Κράτα λίγο ρε αγάπη
(δεν ήμουν σίγουρος ότι άκουσα καλά).
-Ehm, are you greek?
-Yes
-Έλα ρε παιδιά!!
Στο σημείο αυτό βγήκε όλη η ελληνική αδερφοσύνη και αρχίσαμε να μιλάμε γρήγορα και δυνατά. Ωραίο συναίσθημα.
Φεύγουμε απο το Πάνθεον αλλά θα ξαναγυρίσουμε.
Ο καιρός συννέφιασε λίγο αλλά τίποτα το ανησυχητικό. Σε λίγο θα ξανακαθαρίσει.
Κατεβαίνουμε τη Rue Saint Jacques. Αυτό είναι το Πανεπιστήμιο της Σορβόνης, απο την πίσω μεριά.
Και κάνουμε στάση στο μαγαζί «ALBUM COMICS» που αν είσαι fan των κομιξ, του Χάρυ Πότερ και του Άρχοντα των δαχτυλιδιών, εδώ είναι ο ναός σου. Μπήκαμε, ψωνίσαμε, φύγαμε. Δε γνωρίζαμε καν την ύπαρξή του. Όμορφη, αναπάντεχη συνάντηση.
Και φτάσαμε στο Île de la Cité, το «νησί της πόλης». Η Παναγία των Παρισίων σαφέστατα τραβάει τα βλέμματα.
Τάισμα περιστεριών!! Όμορφη εικόνα.
Στην εκκλησία είχα μπει στο προηγούμενο ταξίδι μου στο Παρίσι, ανεβαίνοντας μάλιστα στους Πύργους της. Σε επόμενα κεφάλαια πιο αναλυτική περιγραφή. Για την ώρα συνεχίζουμε τη βόλτα μας.
Αυτή είναι η Conciergerie, πρώην βασιλικό παλάτι και φυλακή του Παρισιού.
Κι αυτό είναι το ρολόι στον Tour de l’Horloge (Πύργος του Ρολογιού).
H γέφυρα Pont au Change. Ακριβώς απέναντι και δεξιά ο πύργος Saint-Jacques και στη μέση ακριβώς στην κορυφή της στήλης το άγαλμα της φτερωτής Νίκης που κρατάει δύο στεφάνια (Fontaine du Palmier). Αναφέρεται στις νίκες του Ναπολέοντα.
Συνεχίζουμε να βολτάρουμε στο Île de la Cité. Εδώ, το Palais de Justice, ή αλλιώς τα δικαστήρια του Παρισιού.
Sainte Chapelle γράφει η ενημερωτική πινακιδούλα. Θα πάμε και απο εκεί. Περισσότερο μου τράβηξε την προσοχή η γιαγιά με το σκυλάκο που προσπαθεί να περάσει απέναντι.
Και ξεκινάμε τη διαδρομή κατα μήκος του Σηκουάνα με σκοπό να φτάσουμε στον Πύργο του Άιφελ. Και φτάσαμε. Όμως η διαδρομή δεν είναι μικρή. Ω, όχι, δεν είναι καθόλου μικρή, παρ’όλο που εμείς αυτό πιστεύαμε. Όταν αρχίσει να ξεπροβάλει η μύτη του Πύργου νομίζεις οτι πλησιάζεις αλλα μην ξεγιελιέστε. Είναι πραγματικά αρκετά μακριά.
Όμως δεν είχα δει το Σηκουάνα και τις όχθες του υπο το φως του ήλιου την προηγούμενη φορά που ειχα έρθει. Και αυτή η εικόνα μου δημιούργησε μια πολύ ευχάριστη διάθεση.
❤
Προχωρώντας, ο ήλιος κάνει τα παιχνίδια του πίσω απο τα κτίρια.
Φυσικά, retro αναμνηστικά.
Παρίσι χωρίς λουκέτα γίνεται; Δε γίνεται. H Pont Neuf.
Και λίγο πριν αφήσουμε πίσω το «νησί της Πόλης», η Place Dauphine. Την είχα βάλει στο μάτι απο όταν έψαχνα στο ιντερνετ πληροφορίες για το Παρίσι. Όμορφη πλατεία, με τα χαρακτηριστικά στοιχισμένα γυμνά δέντρα και τα παγκάκια .
Ποιος δε θα’θελε να κάνει μια στάση για ξεκούραση εδώ ή να δώσει ραντεβού με κάποιον;
Square du Vert-Galant, το βορειότερο άκρο του «νησιού».
Προχωρώντας στην Quai de Conti, το Institut de France.
Και η Pont des Arts. Γέφυρα που συναντάς καλλιτέχνες του δρόμου αλλά και άπειρα λουκέτα που τοποθετούσαν ζευγάρια μέχρι που τον Ιούνιο του 2004 μέρος της γέφυρας κατέρρευσε απο το βάρος.
Διασχίζουμε τη γέφυρα και απέναντι μας συναντάμε το Λούβρο, ένα απo τα μεγαλύτερα μουσεία στον κόσμο και το πρώτο σε επισκεψιμότητα.
Στην απέναντι όχθη ένα ακόμα διάσημο μουσείο του Παρισιού, το Μουσείο Orsay, με το χαρακτηριστικό ρολόι.
Φτάνουμε στην Place de la Concorde. Εκείνο το Σεπτέμβρη του ’13 η ατμόσφαιρα δεν ήταν καθαρή. Παρ’όλα αυτά, μπορούσαμε να διακρίνουμε στο βάθος την Αψίδα του Θριάμβου, στο τέλος της πιο διάσημης ίσως λεωφόρου του Παρισιού, της Champs-Élysées.
Ο Πύργος του Άιφελ στο βάθος, μέσα στην ομίχλη.
Και ο διάσημος αιγυπτιακός οβελίσκος!
Αλλά και το εντυπωσιακό συντριβάνι.
Επιστροφή στο παρόν και συνεχίζουμε τη βόλτα κατά μήκος του Σηκουάνα. Το τοπίο αρχίζει και ομορφαίνει κι άλλο, ο Πύργος ξεπροβάλλει όλο και περισσότερο και πλησιάζουμε στη γέφυρα που δεν είχα προλάβει να δω στο προηγούμενο ταξίδι μου και μου είχε στοιχίσει αρκετά, εφόσον μιλάμε χωρίς υπερβολές για την ομορφότερη γέφυρα του Παρισιού αλλά και που έχω δει ποτέ μου.
Αν μπορούσε μια εικόνα να περιγράψει το Παρίσι για μένα τότε αυτή θα ήταν η παρακάτω. Μία σύνθεση στοιχείων που κάνουν αυτή την πόλη μοναδική, μοναδικά ερωτική. Το ποτάμι, ο Πύργος, η γέφυρα Pont Alexandre-III, οι βάρκες, τα δέντρα στις όχθες του ποταμού…
Το «Les Invalides».
Φτάσαμε στη γέφυρα-κόσμημα της πόλης λοιπόν και ναι, είναι πραγματικά πανέμορφη και εντυπωσιακή.
Γλυπτά, χρυσές διακοσμημένες λεπτομέρειες, μάρμαρο και, φυσικά, το χαρακτηριστικό της, οι art nouveau φανοστάτες της.
Ποιος δε θα ήθελε να κάτσει λίγο σε αυτή τη γέφυρα να χαζέψει αυτή τη θέα; Όλοι λέμε πως ο τίτλος «η πόλη του έρωτα» έχει καταντήσει λίγο κλισέ, όμως οι ερωτευμένοι λατρεύουν τα κλισέ ούτως ή άλλως, pas vrai?
Μία απο τις «Νύμφες του Σηκουάνα».
Απολαμβάνοντας λίγο ακόμα τη θέα, πριν συνεχίσουμε τη διαδρομή μας για τον Πύργο του Άιφελ, σε αυτό το διαφορετικό, ήσυχο Παρίσι, αυτό το κρύο και ηλιόλουστο απόγευμα του Φλεβάρη.
Κεφάλαιο 2
Εκείνο το φθινόπωρο πριν 2,5 χρόνια ξυπνήσαμε αρκετά νωρίς ώστε να επισκεφτούμε την Παναγία Παρισίων και να αποφύγουμε τα πλήθη. Και όντως ήμασταν από τους πρώτους επισκέπτες. Ο καιρός ήταν συννεφιασμένος και ομιχλώδης.
Μπροστά ακριβώς από τον Καθεδρικό της Notre-Dame υπάρχει το Point Zéro, το σημείο μηδέν δηλαδή, απ’όπου μετριούνται όλες οι αποστάσεις από το Παρίσι. Αν δηλαδή κάτι θεωρείται «το κέντρο» του Παρισιού, τότε σίγουρα είναι αυτό το σημείο.
Αυτός είναι λοιπόν ένας απο τους διασημότερους καθεδρικούς ναούς στην Ευρώπη, που ενέπνευσε τοn Βίκτωρ Ουγκώ να γράψει το ομώνυμο μυθιστόρημα. Γοτθικού ρυθμού, σε εντυπωσιάζει απο μακριά ενώ απο κοντά είναι ακόμη πιο επιβλητικός, και αν σταθείς ακριβώς στην είσοδό του και κοιτάξεις ψηλά αντιλαμβάνεσαι το ύψος του (96 μ.) αλλά και πόσο όμορφα διακοσμημένος είναι. Για την ιστορία, η κατασκευή του ξεκίνησε τον 12ο αι. και ολοκληρώθηκε μετά απο 300 σχεδόν χρόνια.
Αυτό είναι το εσωτερικό του ναού.
Και το άγαλμα της Ιωάννας της Λωραίνης (Jeanne d’Arc) που στην αρχή νομίζαμε ότι είναι ο τάφος της, μετά όμως θυμηθήκαμε οτι δεν έμεινε τίποτα από αυτή για να θάψουν…παρά μόνο οι στάχτες της όπου τις σκόρπισαν στο Σηκουάνα.
Και ξεκινάμε να ανεβαίνουμε τα 387 (!!) σκαλιά για τους πύργους της εκκλησίας. Με τη γλώσσα έξω, ανεβαίνουμε στην κορυφή, αντικρίζοντας για πρώτη φορά -τότε- το Παρίσι από ψηλά.
Μου κόπηκε λίγο η ανάσα είναι η αλήθεια από τη θέα και στάθηκα να χαζεύω την αρχιτεκτονική της πόλης, που δεν είχα ξαναδει όμοιά της πουθενά. Στέγες, πολλές στέγες, πολλές σοφίτες και πολλή…ομίχλη, αφήνοντας μόνο μια αμυδρή εικόνα του πύργου στο βάθος να είναι ορατή. Και φυσικά Gargoyles.
Μιλώντας για Gargoyles. Αυτά τα πέτρινα και μερικές φορές λιγάκι τρομαχτικά πλάσματα, εξυπηρετούν ένα σημαντικό σκοπό στην αρχιτεκτονική, εκτός απο την ενδιαφέρουσα διακόσμηση φυσικά. Περιέχουν στόμια που κατευθύνουν το νερό της βροχής μακριά απο το κτίριο, κάτι σαν υδρορροές δηλαδή.
Οι μορφές τους οφείλονται στο γεγονός οτι πίστευαν πως έτσι, προστατεύουν απο τα κακά πνεύματα (με το να υπάρχει ήδη μια «δαιμονική μορφή» δηλαδή στο κτίριο, οι πραγματικοί δαίμονες θα ξεγιελιούνταν και θα έμεναν μακριά).
Η λέξη «Gargoyle» προέρχεται απο τη γαλλική «gargouille» που σημαίνει «λαιμός» ή «οισοφάγος» (πιθανότητα λόγω του ήχου που έκανε το νερό περνώντας απο το λαιμό και το στόμα του gargoyle»).
Εντυπωσιασμένοι, φύγαμε με προορισμό μία άλλη πολύ διάσημη εκκλησία του Παρισιού. Την Sainte-Chapelle.
Κι εδώ πολλά Gargoyles…
Στο εσωτερικό της θα δείτε ίσως τα εντυπωσιακότερα βιτρό που έχετε δει ποτέ. Στην παρακάτω φωτογραφία, το «rose window» (rosace).
Επόμενη στάση: Μουσείο του Λούβρου.
Άπειρος κόσμος. Τεράστιο μουσείο. Όσες ώρες κι αν αφιερώσεις, ποτέ δε θα καταφέρεις να δεις όλα τα εκθέματα. Εμείς πήγαμε για τα πιο διάσημα και για μια σύντομη βόλτα στα υπόλοιπα, όσο το επέτρεπε ο χρόνος που διαθέταμε.
Το προαύλιο του Λούβρου με την πολυφωτογραφημένη Πυραμίδα, που κατασκευάστηκε το 1983 επί προεδρίας François Mitterrand. Όπως σχεδόν όλες οι μοντέρνες κατασκευές στο Παρίσι, έτσι κι αυτή έχει φανατικούς πολέμιους αλλά και υποστηριχτές.
Απο το εσωτερικό της.
Δυστυχώς, η Νίκη της Σαμοθράκης, το γλυπτό που ήθελα να δω περισσότερο απο όλα απουσίαζε λόγω…αποκατάστασης.
Εδώ, η Αφροδίτη της Μήλου, ένα επίσης διάσημο έκθεμα. Για να βγάλεις μια φωτογραφία μπροστά απο το άγαλμα, έπρεπε πραγματικά να δώσεις αγώνα.
Το πόσο μικρή ή όχι τελικά είναι η Μόνα Λίζα είναι ένα ερώτημα που απασχολεί όλους τους επισκέπτες του Λούβρου. Εμείς είχαμε ακούσει τόσο πολλά για το μέγεθός της, που προσωπικά περίμενα να δω ένα πίνακα σε μέγεθος κορνίζας γραφείου. Έτσι, τελικά μου φάνηκε ένας φυσιολογικός καμβάς μεσαίου μεγέθους.
Στην παρακάτω φωτογραφία μπορείτε να πάρετε μια ιδέα, αν και η προοπτική που δίνει ο ευρυγώνιος φακός στην κάμερα δείχνει τα αντικείμενα πιο μικρά. Με τόσο κόσμο όμως ήταν αδύνατο να πάω πιο πίσω και να βγάλω μια πιο αντικειμενική φωτογραφία.
Η «Ανάποδη Πυραμίδα» (La Pyramide Inversée). Στον «Κώδικα Ντα Βίντσι» (spoiler alert!!), ο Νταν Μπράουν αναφερόταν σε αυτή ως το μέρος που φυλασσόταν το σώμα της Μαρίας Μαγδαληνής (στην κάμαρα κάτω από την Πυραμίδα). Να σημειώσω ότι πρόκειται για μυθιστόρημα.
Εγώ, ο χαρούμενος ταξιδιώτης-επισκέπτης!
Φεύγοντας από το μουσείο, από την Arc de Triomphe du Carrousel.
O πύργος στο βάθος, σχεδόν πανταχού παρόν.
Μεταφερόμαστε στο Μουσείο Orsay, το οποίο στο παρελθόν ήταν σταθμός τρένων στο Παρίσι μεταξύ 1898 με 1900. Και πόσο όμορφος σταθμός!
Η κεντρική αίθουσα με το εντυπωσιακό ρολόι.
…και μπροστά απο το μεγάλο ρολόι του μουσείου, στο εστιατόριο του 5ου ορόφου.
Μέσα απο το οποίο μπορείς να δεις μέχρι το λόφο της Μονμάρτης και τη Sacré Cœur.
Επιστροφή στο παρόν και στο 2016. Που είχαμε μείνει; Α, ναι, στη γέφυρα Pont Alexandre-III, όπου κατευθυνόμασταν προς τον Πύργο του Άιφελ.
Λίγο πιο κοντά… Σοφίτες, καμινάδες, δέντρα και ο πρωταγωνιστής μας, στο μπλε λυκόφως του χειμώνα.
Και λίγο πιο κοντά ακόμη….
Μια πόλη ήσυχη, ήρεμη, χωρίς πολύ κόσμο, χωρίς τουρίστες. Ένα άλλο Παρίσι! Σαφέστατα πιο ρομαντικό, πιο απολαυστικό.
Σχεδόν φτάσαμε. Πλέον μπορούμε να δούμε και τα 300 μέτρα του πύργου, από τη βάση μέχρι την κορυφή.
Μπροστά μας λοιπόν, το πιο αναγνωρίσιμο ίσως μνημείο του κόσμου, το οποίο έχει αγαπηθεί αλλά και μισηθεί από τους Γάλλους όσο κανένα άλλο, το οποίο είχε προγραμματιστεί να γκρεμιστεί ουκ ολίγες φορές μετά το πέρας της έκθεσης για την οποία κατασκευάστηκε το 1889.
«Ένα άσχημο σιδερένιο άχαρο πράγμα», «υπερεκτιμημένο» και άλλα πολλά του έχουν προσάψει. Προσωπικά, τον βρίσκω υπέροχο, επιβλητικό. Και είναι μεγάλος. Εννοώ τεράστιος. Δεν μπορείτε να αντιληφθείτε το μέγεθός του αν δε βρεθείτε μπροστά του.
Ο Πύργος του Άιφελ λοιπόν, που ζωγράφιζα ως παιδί στα τετράδια της ορθογραφίας μου, ο πύργος που έχει πρωταγωνιστήσει σε αμέτρητες φωτογραφίες και ταινίες, ο πύργος που έχει χαραγμένα τα ονόματα των 72 σημαντικότερων Γάλλων επιστημόνων, μηχανικών και μαθηματικών, αυτός ο πύργος λοιπόν στεκόταν εκεί μόνος του, χωρίς τη βουή του κόσμου και τις ορδές τουριστών. Και ίσως επειδή έχει συνδεθεί τόσο πολύ με την παιδική μου ηλικία, όποτε τον βλέπω νιώθω μια συγκίνηση.
Απο το Σεπτ. του ’13:
Ακριβώς απέναντι από τον Πύργο, πριν ανεβούμε στο Τροκαντερό.
Και από το Τροκαντερό.
Εκείνο το Σεπτέμβρη πριν 2,5 χρόνια περιμέναμε περίπου 1μιση ώρα στην αναμονή για να ανεβούμε στον πύργο. Αυτή τη φορά, περιμέναμε μόνο 15 λεπτά. Για να έχετε μια ιδέα για το πόσο λίγο κόσμο είχε. Αυτό ξαναλέω είναι αποτέλεσμα πολλών πραγμάτων. Ήταν Δευτέρα, ήταν χειμώνας (με πολύ κρύο) και ο τουρισμός είχε μειωθεί αρκετά λόγω του τρομοκρατικού χτυπήματος. Αν πάτε ένα ΣΚ του καλοκαιριού, να περιμένετε αναμονή σίγουρα πολύ μεγαλύτερη των 15 λεπτών.
Από τον Πύργο, η θέα ήταν κάπως έτσι:
Δεξιά, φαίνεται η Αψίδα του Θριάμβου.
Αν η θέα από τη Notre Dame μας άφησε άφωνους, αυτή μας έκοψε την ανάσα. Όπως φυσικά και το κρύο, μιας εκεί κοντά στα 300 μέτρα ο αέρας ήταν δυνατός και παγωμένος και μερικές φορές μπορούσες να αισθανθείς τον πύργο να κουνιέται ελαφρώς από τον αέρα. Δεν υπερβάλω.
Η La Défense στο βάθος, που ενισχύει τον μητροπολιτικό αέρα της πόλης.
Ο Σηκουάνας….
Και το φεγγάρι που μόλις εμφανίστηκε.
Κατεβήκαμε τον πύργο (με το ασανσέρ αυτή τη φορά, γιατί την προηγούμενη είχαμε κατέβει με τα πόδια από το τελευταίο επίπεδο-ΔΕΝ σας το συνιστώ) και είπαμε να πάρουμε το μετρό μέχρι τη στάση Censier – Daubenton και να γυρίσουμε στο ξενοδοχείο κατεβαίνοντας τη rue Mouffetard.
Το ίδιο μαγαζάκι που μου είχε τραβήξει την προσοχή το πρωί. Το βράδυ, είναι εξίσου όμορφο.
Η ημέρα τελείωσε, αλλά η επόμενη θα ξημερώσει ηλιόλουστη και πάλι, με ακόμα περισσότερες εικόνες…
Κεφάλαιο 3
Εκείνο το φθινοπωρινό βράδυ του ’13 θελήσαμε να δούμε λίγο από βραδινό Παρίσι. Η «πόλη του έρωτα» είναι και «πόλη του φωτός» άλλωστε και ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να το δεις από το να κυκλοφορήσεις έξω το βράδυ;
Πράγματι, το Παρίσι το νύχτα είναι φανταστικό. Αν ενοχλεί κάποιον η «μουντάδα» που έχει το Παρίσι λόγω του καιρού την ημέρα, τη νύχτα δεν υπάρχει περίπτωση να μη μαγευτεί από την εικόνα της τόσο όμορφα φωταγωγημένης πόλης, όπου τα μνημεία και τα κτίρια δείχνουν ακόμα εντυπωσιακότερα. Παρεμπιπτόντως, το Παρίσι ονομάστηκε «πόλη του φωτός (ville lumière) από τότε που φωτίστηκαν οι κύριες λεωφόροι του με φανούς γκαζιού το 1828.
Πριν την έξοδό μας, το πρόγραμμα είχε Αψίδα του Θριάμβου στην Place de l’Étoile. Στην πλατεία αυτή συγκλίνουν δώδεκα μεγάλες λεωφόροι της πόλης, με αποτέλεσμα η πλατεία από ψηλά να μοιάζει με αστέρι (étoile).
Ανεβήκαμε λοιπόν και στην Αψίδα του Θριάμβου, στο τέλος μιας ήδη εξαντλητικής από το περπάτημα ημέρας. Πολλοί δεν ακολούθησαν, μιας και τα πόδια αρνούνταν να ανεβούν τα 50 μ. και τα 288 σκαλοπάτια της Αψίδας. Εγώ φυσικά όσο κουρασμένος κι αν ήμουν δεν υπήρχε περίπτωση να χάσω μια ακόμα θέα της πόλης και δεν το μετάνιωσα καθόλου. Αντιθέτως, η θέα που είδα από την Αψίδα του Θριάμβου ήταν ο ομορφότερη του Παρισιού, για το λόγο ότι μέσα στο «κάδρο» της θέας υπήρχε και ο πύργος, ο οποίος άρχισε να φωταγωγείται καθώς νύχτωνε. Μάλιστα την ώρα που ήμασταν στην κορυφή της αψίδας, ήταν ακριβώς 8 η ώρα οπότε άρχισε να λαμπυρίζει όπως κάνει κάθε μία ώρα το βράδυ.
Φωτογραφίες δεν έχω (τι σκεφτόμουν και δεν έβγαλα; Μάλλον αποφάσισα να αφήσω λίγο τη μηχανή και απλά να κοιτάω), έχω όμως μερικά καρέ από το βίντεο που είχα τραβήξει.
Η φίλη μου η Βίκυ, εντελώς αποσβολωμένη κι αυτή από τη θέα. Πίσω ο πύργος που λαμπυρίζει.
Και με focus στο background.
Εγώ, που έχω γαντζωθεί κυριολεκτικά από τα κάγκελα για να έχω την καλύτερη δυνατή θέα.
Φεύγοντας από την Αψίδα του Θριάμβου, θυμάμαι ήταν η στιγμή που ήξερα πως κατά πάσα πιθανότητα δύσκολα θα καταφέρει κάποια άλλη πόλη να μου προσφέρει τις συγκινήσεις του Παρισιού, χωρίς να είμαι βέβαια καθόλου προκατειλημμένος. Μέχρι σήμερα πάντως, δεν έχει τύχει κάποια πόλη να καταφέρει να εκθρονίσει το Παρίσι από την 1η θέση (αν και η Ρώμη το περασμένο καλοκαίρι έδωσε μια πολύ καλή μάχη) Είπαμε, είναι συναισθηματικό το θέμα.
Και μια φωτογραφία της Αψίδας από την Champs-Élysées (Λεωφόρος των Ηλυσίων Πεδίων).
Ξεκινήσαμε ένα περίπατο στο διασημότερο δρόμο της Πόλης, με τα άπειρα μπαρ, εστιατόρια, θέατρα, τα λουξ ξενοδοχεία και τα sex shops. Στα τελευταία μπήκαμε και κάναμε χάζι, με την απαραίτητο χαβαλέ φυσικά αλλά και τις ύποπτες ματιές του εκάστοτε σεκιουριτά-ντουλάπα που υπήρχε απαραιτήτως στο καθένα από αυτά.
Φάγαμε ωραιότατη πίτσα σε ένα εκπληκτικό εστιατόριο μεταξύ 2ου και 9ου διαμερίσματος, το Victoria Station, που η διακόσμηση αλλά και η διαρρύθμιση του χώρου ήταν με θέμα παλιό σταθμό τραίνου. Καθίσαμε λοιπόν στα καθίσματα των «επιβατών» με το χαμηλό ρετρό φωτισμό και περάσαμε 1 πολύ ευχάριστη ώρα.
Μετά περάσαμε από διάφορα σημεία της πόλης όπως
Ο πύργος του Saint-Jacques
Τη Notre Dame…
Και την πανέμορφη Opera Garnier
Εγώ, με τη φίλη μου τη Βίκυ.
…αλλά και το Hôtel de Ville, το Δημαρχείο της Πόλης.
Ψάχνοντας στο ίντερνετ για κάποιο jazz bar βρήκαμε το Caveau de la Huchette στο 5ο διαμέρισμα στην Quartier Latin. Μην ξέροντας τι θα συναντήσουμε (άλλωστε δεν είχε πάει κανείς μας σε jazz bar-club) μπήκαμε στο μαγαζί και κατευθυνθήκαμε στο μπαρ. Το μαγαζί συμπαθητικό ήταν, αλλά όχι κάτι τρελό ή κάτι που να μας κάνει τρομερή εντύπωση. Παραγγέλνουμε τα ποτά αλλά αναρωτηθήκαμε τι εννοούσε ο μπάρμαν όταν μας ρώτησε αν θα κάτσουμε «πάνω ή κάτω». Έχει και κάτω; Ας ρίξουμε μια ματιά… Και κατεβαίνοντας, βρισκόμαστε σε αυτό το μέρος:
Το Caveau de la Huchette είναι ένα κελάρι, μια κρύπτη, ένας λαβύρινθος, όπως θέλει ο καθένας το αντιλαμβάνεται, που χρονολογείται από το 16ο αιώνα και έγινε τζαζ κλαμπ το 1949. Σύμφωνα με το θρύλο, χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά ως χώρος μυστικών συναντήσεων των Ναϊτών και των Ροδόσταυρων και έπειτα των Ελευθεροτεκτόνων. Κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης οργανώθηκαν εκεί μυστικές δοκιμές. Οι κρατούμενοι εκτελούνταν είτε με γκιλοτίνα που ήταν εγκατεστημένη εκεί, ή τους πέταγαν σε ένα πηγάδι που υπάρχει ακόμα εκεί μέχρι τις μέρες μας.
Σε αυτό το χώρο λοιπόν τώρα βλέπαμε τους μουσικούς να ετοιμάζονται, να κουρδίζουν τα όργανα, να παίζουν δοκιμαστικά. Πήγαμε αρκετά νωρίς και έτσι βρήκαμε να καθίσουμε εφόσον ακόμα δεν είχε έρθει κόσμος. Μετά από περίπου μισή ώρα άρχισε να γίνεται το αδιαχώρητο. Ο τραγουδιστής/σαξοφωνίστας χαιρέτησε τον κόσμο και αφού άρχισε να παίζει η ορχήστρα έγινε το εξής εκπληκτικό. Ο κόσμος άρχισε να σηκώνεται και να χορεύει jazz και swing (lindy hop για να ακριβολογούμε).
Στο συγκεκριμένο κλαμπ σίγουρα θα έρχονται όσοι θέλουν να χορέψουν γιατί με το που ξεκίνησε η μπάντα σηκώθηκαν όλοι στη στιγμή σα να ήταν συνεννοημένοι. Δεν μπορούσες να πάρεις τα μάτια σου από αυτή την εικόνα, αλλά ούτε να συγκρατήσεις και τα πόδια σου ή τα χέρια σου από το να χτυπάνε στο ρυθμό της μουσικής. Εκείνη τη βραδιά αγάπησα την τζαζ. Ήταν σα να είχες μεταφερθεί σε κάποιο παράνομο κλαμπ την εποχή των roaring 20’s τότε που άνθιζε το συγκεκριμένο είδος μουσικής, ή σε κάποια νουαρ ταινία του hollywood.
«Χορεύετε κυρία μου;» είπε ένας κύριος σε μια κοπέλα και αυτή του απάντησε «ευχαρίστως». Κάπως έτσι, με ένα τέτοιο savoir vivre ο κόσμος διασκέδαζε στο caveau de la huchette κι εγώ ευχόμουν να ήξερα να χορεύω σαν κι αυτούς. Αρκέστηκα στο να σηκωθώ να χορέψω ένα αμήχανο αλλά πολύ διασκεδαστικό blues και υποσχέθηκα στον εαυτό μου ότι στην επιστροφή στην Αθήνα θα αναζητήσω ότι σχολή swing υπάρχει.
Και αυτή ήταν η πιο διασκεδαστική βραδιά που έχω περάσει στο Παρίσι…
Επιστροφή στο 2016 και στη δεύτερη ημέρα του ταξιδιού. Μια ακόμη ψυχρή και ηλιόλουστη μέρα ξεκίνησε. Στην Place d’Italie ο ήλιος έλουζε τα κτίρια με το ζεστό του φως που όμως με το κρύο που έκανε δεν μπορούσε να σε ζεστάνει.
Αυτός είναι ένας πολύ όμορφος δρόμος που φέρνει κάτι από Notting Hill Λονδίνου (απ’ότι διάβασα στις περιγραφές). Η όμορφη Rue Crémieux λοιπόν στη δεξιά όχθη του Σηκουάνα, στο 12o διαμέρισμα, με τα πολύχρωμα σπίτια και τις γλάστρες μπροστά από τις εισόδους τους.
Έπειτα, περάσαμε και πάλι το ποτάμι και κατευθυνθήκαμε με τα πόδια προς το Πάνθεον. Θυμηθήκαμε ότι μέσα στο Πάνθεον υπάρχει το εκκρεμές του Φουκώ, κάτι που θέλαμε πολύ να δούμε.
Η Saint-Étienne-du-Mont.
Το Πάνθεον άνοιγε στις 10 ακριβώς. Οπότε περιμέναμε να περάσουν 15 λεπτά.
Λήψη από την είσοδο του Πάνθεον, προς τη Rue Soufflot.
Στο εσωτερικό του Πάνθεον.
Και το περίφημο εκκρεμές του Φουκώ, το οποίο κινείται σύμφωνα με την περιστροφή της γης και δείχνει την ώρα. Εντυπωσιακό!
Μικρογραφία του κτιρίου από μάρμαρο.
Και αυτές είναι οι κρύπτες, κάτω από το Πάνθεον, οι οποίες φιλοξενούν τους τάφους διάσημων ονομάτων όπως ο Pierre και η Marie Curie.
Φεύγοντας από το Πάνθεον….
Κατεβαίνοντας τη Rue Soufflot βρεθήκαμε στους Κήπους του Λουξεμβούργου, όπου κάναμε μια μικρή βόλτα. Αρκετά μικρή βέβαια αφού και στο προηγούμενο ταξίδι είχαμε αφιερώσει αρκετή ώρα, μιας και είναι τεράστιοι (αλλά και οι πιο όμορφοι κήποι στο Παρίσι κατά τη γνώμη μου)
Μετά είπαμε να βγούμε λίγο ελαφρώς εκτός Παρισιού, στη ζώνη 3. Βρισκόμαστε λοιπόν στη La Défense , την πρώτη επιχειρηματική συνοικία στην Ευρώπη λόγω της έκτασης των κτιριακών της συγκροτημάτων, όπου στεγάζονται γραφεία εταιρειών σε εντυπωσιακούς ουρανοξύστες. Το όλο σκηνικό ξεφεύγει κατά πολύ από την αρχιτεκτονική του Παρισιού που γνωρίζουμε όπως βλέπετε κι εσείς.
Αυτή είναι Grande Arche de La Défense (H Μεγάλη Αψίδα). O σχεδιασμός της ξεκίνησε το 1982 επί προεδρίας Mitterrand. Σχεδιάστηκε από το Δανό αρχιτέκτονα Erik Reitzel ώστε να αποτελεί μία νεότερη έκδοση της Αψίδας του Θριάμβου, αποτελώντας όμως ταυτόχρονα ένα μνημείο για την ανθρωπότητα και τα ανθρωπιστικά ιδεώδη και όχι για τις στρατιωτικές νίκες.
Είναι απόλυτα ευθυγραμμισμένη με την Αψίδα του Θριάμβου και αν σταθείς μπροστά της, μπορείς να τη δεις στο πολύ βάθος να αχνοφαίνεται.
Κατευθυνόμαστε προς το 16ο διαμέρισμα κοντά στο μετρό Passy. Σύμφωνα με βάσιμες πληροφορίες, κάπου εδώ βρίσκεται ο ένας από τους δύο στενότερους Παρισιού, η Rue Berton. Ο άλλος, είναι η Sentier des Merisiers, στο ανατολικό μέρος 12oυ διαμερίσματος, κοντά στον δακτύλιο του Παρισιού. Ήταν αρκετά μακριά, οπότε επιλέξαμε να δούμε αυτόν.
Ψάχνοντας το δρόμο, στη γειτονιά.
Όχι όχι, δεν είναι αυτός. Δεν είχαμε πληροφορίες για σκάλες.
Με αρκετή βοήθεια από το GPS, τον βρήκαμε!
Και ναι, είναι στενός! Τι λέτε;
Τον διασχίσαμε και συνεχίζουμε να παρατηρούμε την όμορφη γειτονιά που, εδώ που τα λέμε δεν έδινε και την εντύπωση φτωχογειτονίτσας.
Τι δεν είδαμε στον Πύργο του Άιφελ γιατί βράδιαζε και μας πίεζε ο χρόνος; Τα Champs de Mars, το όμορφο πράσινο πάρκο μπροστά από τον Πύργο. Θα ήθελα μια φωτογραφία και εκεί!
Πηγαίνοντας προς τον Πύργο, από την Avenue de New York! Πόσο φανταστική άποψη του Πύργου!
Και ξαναβρισκόμαστε πάλι από κάτω του. Σε περίπτωση που δεν μπορείτε να αντιληφθείτε το μέγεθός του, προσπαθήστε να δείτε το ύψος των ανθρώπων. Μετά κοιτάξ’τε τη μαρμάρινη βάση του Πύργου η οποία είναι πάνω από 2 φορές το ύψος τους. Κι αυτό, μόνο η βάση…
Ακριβώς απέναντι ο πύργος Montparnasse. Θα πάμε και εκεί.
Και εδώ είμαστε στο Champ de Mars που δυστυχώς ήταν περιφραγμένο και δεν μπορούσαμε να μπούμε μέσα να κάνουμε τις κωλοτούμπες και τις τουριστικές χαζομάρες μας, όμως δεν πειράζει.
Ταΐσαμε και τα κοράκια, τα οποία παρεμπιπτόντως είναι από τα εξυπνότερα πτηνά.
Το πρόγραμμα μετά είχε παιχνίδι σε δωμάτιο απόδρασης κοντά στην Place de la République. Εκεί κοντά βρίσκεται και το κανάλι Saint Martin. Αν έχετε δει το «Amelie», σε μία από αυτές τις γεφυρούλες πέταγε η πρωταγωνίστρια τα πετραδάκια στο κανάλι.
Μέρος του καναλιού τώρα είναι άδειο γιατί το καθαρίζουν. Αυτή η διαδικασία γίνεται κάθε 10-15 χρόνια νομίζω. Το τι έχουν βρει καθώς το καθαρίζουν δεν περιγράφεται. Από φωτογραφικές μηχανές και καρέκλες μέχρι ολόκληρα ποδήλατα. Μιλάμε για ατελείωτο σκουπιδαριό.
Και βρισκόμαστε στην Place de la République. Εδώ το θέαμα είναι άκρως στενάχωρο και συγκινητικό.
Κεράκια, πανό, graffiti, λουλούδια… αφιερωμένα στα θύματα των επιθέσεων της 13ης Νοεμβρίου 2015.
«Τα παιδιά μας θυσιάζονται στους αμφίβολους θεούς σας». Το πιο αληθινό μήνυμα που διάβασα σε μία από τις επιγραφές…
Πανό με τα ονόματα των θυμάτων…
Στο σημείο αυτό θέλω να συμπληρώσω κάτι. Δεν αισθάνθηκα ούτε στιγμή ότι απειλούμαι από κάτι. Σαφέστατα έβλεπες αστυνομικούς και στρατιωτικούς σε κάποια σημεία, η παρουσία τους όμως ήταν διακριτική. Υπήρχαν επιπλέον έλεγχοι επίσης, στον Πύργο του Άιφελ πχ και σε διάσημες ατραξιόν (μέχρι και σε κάτι δημόσιες τουαλέτες μας ελέγξανε προκαλώντας τα γέλια όλων) όμως πραγματικά, δε σε ενοχλεί. Τουλάχιστον εγώ δεν ένιωσα να ενοχλούμαι. Πάντα ήταν ευγενικοί και τυπικοί και εδώ που τα λέμε, είναι απόλυτα φυσιολογικό μετά από αυτό που τους συνέβη. Τα αναφέρω όλα αυτά γιατί σκεφτόμουν αυτό το ταξίδι να μην το κάνω, λόγω φόβου για την κατάσταση εκτάκτου ανάγκης που έχει κηρυχθεί η πόλη. Ευτυχώς, το έκανα.
Μετά από το παιχνίδι περάσαμε από την Πλατεία Βαστίλης με την εντυπωσιακή Colonne de Juillet. Κορινθιακού ρυθμού στύλος με τα ονόματα όσων έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια της επανάστασης τον Ιούλιο του 1830. Στην κορυφή, το άγαλμα με τα φτερά είναι το Génie de la Liberté (το Πνεύμα της Ελευθερίας).
Φτάσαμε στο Le Marais, την μποέμ συνοικία της πόλης που είναι γεμάτη μπαρ, εστιατόρια, πλατείες και την προτιμούν οι περισσότεροι για νυχτερινή ζωή.
Στην Place des Vosges.
Κάτω από μία από αυτές τις καμάρες, βρήκαμε το σπίτι που έζησε ο Βίκτωρ Ουγκώ.
Και συνεχίζουμε κατευθυνόμενοι στο Δημαρχείο… Βραδιάζει.
Ομορφιές!
Το εντυπωσιακό κτίριο του Δημαρχείου (Hôtel de ville)
Velib! Το σύστημα ποδηλάτων για την πόλη του Παρισιού. Βγάζεις κάρτα, παίρνεις το ποδήλατο απο ένα σημείο της πόλης, κάνεις τη δουλειά σου και το αφήνεις σε ένα άλλο σημείο.
Η Notre Dame απέναντι μας χαιρετάει.
Εδώ στο Hôtel de ville, θα συναντήσουμε το φίλο μου το Μάρκο, Ιταλό που μένει μόνιμα στο Παρίσι και θα πάμε για ένα ποτό. Στο σημείο αυτό η κάμερα έκλεισε. Θα ανοίξει όμως και πάλι την επόμενη μέρα…
Κεφάλαιο 4
Σεπτέμβριος 2013.
Ως παρέα μας ελκύει οτιδήποτε έχει σχέση με τον τρόμο, είτε αυτό είναι μια ταινία θρίλερ, ειτε ένα θεματικό παιχνίδι, είτε ένα tour που σου εξιστορεί το σκοτεινό παρελθόν της πόλης μαζί με μύθους και θρύλους που τη συνοδεύουν. Και το Παρίσι έχει αρκετούς. Μπορεί τώρα να θεωρείται η πόλη του έρωτα και του φωτός, της μόδας και της τέχνης αλλά δεν ήταν πάντα έτσι. Το Παρίσι έχει μια μακρά, τραγική ιστορία φόνων και εκτελέσεων, ιστορίες για βαμπιρ, για κροκόδειλους που ζουν στους υπονόμους κάτω απο την πόλη, για το φάντασμα μιας κοπέλας που στοιχειώνει το μετρό και άλλα πολλά. Αποφασίσαμε λοιπόν να κάνουμε ένα μικρό διάλειμμα απο το ρομαντικό Παρίσι και να γνωρίσουμε λίγο και τη σκοτεινή πλευρά του.
Ένα τέτοιο 90λεπτο τουρ κάναμε την πρώτη μέρα του ταξιδιού μας στο Παρίσι. Το βράδυ συναντηθήκαμε με τον ξεναγό μας ακριβώς μπροστά απο το άγαλμα του Καρλομάγνου έξω απο την Παναγία των Παρισίων. Η περίεργη αγγλική προφορά του δεν οφείλονταν μόνο στο γεγονός ότι ήταν Γάλλος, αλλά και στους κυνόδοντες που φορούσε. Ο συνδυασμός της δερμάτινης μακριάς μαύρης καμπαρντίνας του με τα μακριά μαλλιά του, του έδιναν μια ελαφρώς σκιαχτική εικόνα αν και το συμπαθητικό του πρόσωπο και το μέτριο ανάστημά του τον έκαναν κάπως πιο οικείο απ’ότι ίσως να ήθελε και ο ίδιος.
Η ξενάγηση ξεκίνησε απο τις πόρτες της Παναγίας των Παρισίων εξιστορώντας μας το θρύλο του «σιδερά και των πορτών της κολάσεως». Με λίγα λόγια η ιστορία: Στον νεαρό αυτό σιδερά είχε ανατεθεί να διακοσμήσει τις πόρτες της Notre Dame. Πανικοβλημένος απο τη σημασία του έργου που του ανατέθηκε, πούλησε την ψυχή του στο διάβολο με αντάλλαγμα να τον βοηθήσει στην ολοκλήρωση της αποστολής του. Αφού κοιμήθηκε, μόλις ξύπνησε η διακόσμηση στις πόρτες είχε ολοκληρωθεί. Στα εγκαίνια όμως οι πόρτες δεν άνοιγαν… Ο μόνος τρόπος για να ανοίξουν ήταν να τους ρίξει αγιασμό. Αυτός ο μύθος δημιουργήθηκε για να δείξει πόσο δύσκολο είναι (ακόμα και με τις σημερινές τεχνικές να δημιουργηθεί ένα ανάλογο αριστούργημα. Στις ίδιες θήρες, απεικονίζεται ο Saint-Denis να κρατάει το κεφάλι του στα χέρια του. Αποκεφαλίστηκε το 257 και ο μύθος λέει, ότι στη συνέχεια σηκώθηκε, περπάτησε έξι χιλιόμετρα με το κεφάλι του στα χέρια του, και το έδωσε σε μια χριστιανή γυναίκα πριν καταρρεύσει στο έδαφος.
Αυτές ήταν οι πιο «light» ιστορίες που ακούσαμε εκείνο το βράδυ. Αν σας ενδιαφέρουν τέτοιου τύπου folklore ιστορίες, μπορείτε να ψάξετε στο internet γράφοντας «legends of Paris». Πραγματικά έχουν πολύ ενδιαφέρον.
Catacombes de Paris.
Τι ακριβώς είναι οι κατακόμβες του Παρισιού; Ένα τεράστιο υπόγειο οστεοφυλάκιο βάθους 20 μέτρων και μήκους 1,7 χλμ στο οποίο φιλοξενούνται τα οστά 6 (!!!) εκατομμυρίων ανθρώπων, σε ένα μικρό τμήμα των αρχαίων ορυχείων της πόλης. Δημιουργήθηκαν για να αντιμετωπιστεί κυρίως το πρόβλημα του υπερπληθυσμού των…νεκροταφείων. Ο υπόγειος ενταφιασμός ξεκίνησε το 1786. Έχει ανοίξει για το κοινό σε τακτική βάση από το 1867. Έκτοτε, έχουν τοποθετηθεί εκ νέου τα κρανία και τα οστά έτσι ώστε να δημιουργούν συμβολισμούς εντός της σήραγγας και έχουν προστεθεί επίσης παλιές διακοσμήσεις.
«Σταμάτα! Εδώ είναι η αυτοκρατορία του θανάτου». Και ο Βασίλης φυσικά και θα ήθελε να βγει φωτογραφία.
Πολλά κρανία…
Ψιτ….
Le Manoir de Paris
To «Manoir de Paris» είναι μια τουριστική ατραξιόν στην οποία κάνεις μια…βόλτα στα δωμάτια ενός εντυπωσιακού κτιρίου και βλέπεις να εκτυλίσσονται μπροστά σου από ηθοποιούς γνωστές ιστορίες του Παρισιού εμπνευσμένες από τη λογοτεχνία ή από αστικούς θρύλους, όπως: Οι κατακόμβες του Παρισιού, ο κροκόδειλος των υπονόμων του Παρισιού, το Φάντασμα της Όπερας, η φυλακή του Σιδηρούν Προσωπείου, το κελάρι των Βαμπίρ, το νεκροταφείο του Père Lachaise, το φάντασμα των κήπων Tuileries, η βιβλιοθήκη του Αλχημιστή, ο φονικός κουρέας και ο φούρναρης, το καμπαρέ των δολοφόνων, gargoyles και χίμαιρες, ο καμπούρης της Notre Dame.
Το σκηνικό που έχει στηθεί ήταν άκρως εντυπωσιακό, το ίδιο και οι ηθοποιοί. Μπορεί να τρομάξεις αρκετές φορές, αφού άλλωστε αυτός είναι και ο σκοπός της εν λόγω ψυχαγωγικής εμπειρίας. Εμείς πάντως το απολαύσαμε! Φωτογραφίες κατά τη διάρκεια του τουρ φυσικά δεν μπορούσα να βγάλω, όμως αφού τελείωσε βγάλαμε 1-2 απ’έξω με τους ηθοποιούς.
Εξορμήσεις εκτός πόλης:
Château de Vincennes.
Το Château de Vincennes είναι ένα μεγάλο μεσαιωνικό φρούριο του 14ου αιώνα στην πόλη Vincennes, στα ανατολικά του Παρισιού, που τώρα αποτελεί προάστιο της πόλης. Βρίσκεται στη ζώνη 2 του Παρισιού, και μπορούμε να πάμε χρησιμοποιώντας τη γραμμή 1 του μετρό, με το Pass Navigo (μην ξεχνιόμαστε) 😉
Στο εσωτερικό του κάστρου. Πειραματισμοί με το φως!
Η γέφυρα, που πιο μετά διασχίσαμε.
Και ο καθεδρικός μέσα απο τα τείχη του κάστρου, που δυστυχώς δεν είχε ανοίξει την ώρα που πήγαμε.
Château de Versailles (Παλάτι των Βερσαλίών).
Το παλάτι που έζησε η Μαρία Αντουανέτα. Για την ακρίβεια το παλάτι και οι πανέμορφοι κήποι του. Πανέμορφοι, εννοώντας οι ομορφότεροι κήποι που ίσως δείτε ποτέ σας.
Η μέρα ήταν συννεφιασμένη και μουντή αλλά όσο δεν έβρεχε αυτό δε μας ενοχλούσε καθόλου.
Λίγο πριν την είσοδο του παλατιού.
Η αναμονή για να μπεις στο παλάτι μετά την κεντρική είσοδο ήταν κάπως έτσι:
Η λεγόμενη ουρά-σαλιγκάρι δηλαδή, ουρές για τις οποίες το Παρίσι φημίζεται (τουλάχιστον τότε, πριν δεχτεί πλήγμα ο τουρισμός τους λόγω των επιθέσεων).
Και ενώ περιμέναμε σε αυτή την ουρά λοιπόν αρχίζει και ρίχνει μια βροχή τόσο δυνατή και τόσο ξαφνική που ήταν σα να «ρίχνει σχοινιά» που λένε κι οι Γάλλοι. Η βροχή δεν κράτησε πολύ αλλά ήταν τόσο έντονη και τόσο ξαφνική που μετά νιώθαμε σα να έχουμε φάει ξύλο.
Ξεπερνώντας το σοκ και ημι-μουσκεμένοι (δώσαμε μια μάχη μεταξύ αδιάβροχων και ομπρέλας για να μη βραχούμε τελείως) μπήκαμε τελικά στο παλάτι το οποίο και είδαμε όλο.
Απογοητευτήκαμε πάρα πολύ απο το γεγονός οτι δεν μπορούσαμε να δούμε τους κήπους με τέτοια βροχή. Έτσι ξαναπήγαμε μετά απο δυο μέρες μόνο για τους κήπους που είχε ήλιο, χώσαμε στις σάκες κρασιά, τυριά camembert και τραπεζομάντηλα και κάναμε ένα ωραιότατο πικ νικ σε ένα τέλειο φθινοπωρινό σκηνικό με κίτρινα φύλλα μπροστά απο μία υπέροχη λίμνη.
Μικρογραφία του παλατιού.
Στον προαύλιο χώρο του.
Στο εσωτερικό του και πάλι.
Η διάσημη «αίθουσα των κατόπτρων» που διοργανώνονταν οι χοροί του βασιλικού ζεύγους.
Άποψη των κήπων από το εσωτερικό του παλατιού.
Το συντριβάνι του Απόλλωνα, στο Grand Canal.
Στη λίμνη μπορούσες να κάνεις και βαρκάδα.
Σε αυτό το σημείο κάναμε το πικ νικ μας. Πίσω στο βάθος, το παλάτι. Απο εκεί ήρθαμε με τα πόδια.
Mont Saint-Michel
Ο φίλος Νικόλας πρότεινε να πάμε μια μονοήμερη εκδρομή στη Νορμανδία. Ο μόνος μας ενδοιασμός ήταν η απόσταση, εφόσον μιλάμε για 360 χλμ δυτικά του Παρισιού και ήμασταν σκεπτικοί στο κατά πόσο αξίζει να αφιερώσουμε μία ολόκληρη μέρα για αυτό. Μέχρι που είδαμε φωτογραφίες του Mont Saint-Michel. Και μετά είπαμε πως φυσικά και αξίζει!
Αποτελεί ένα από τα πιο φημισμένα τουριστικά αξιοθέατα στη Γαλλία με περίπου 3 εκατομμύρια επισκέπτες το χρόνο. Πρόκειται για μια μικρή νησίδα στις ακτές της Νορμανδίας, σε πολύ μικρή απόσταση (περίπου 1,6 χλμ) από την ακτή, με την οποία συγκοινωνεί με ασφαλτοστρωμένο δρόμο. Στην κορυφή του υπάρχει το περίφημο αβαείο με το επίχρυσο άγαλμα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ στην κορυφή του καμπαναριού. Έχει χαρακτηριστεί Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO. Το αβαείο έφτασε στη σημερινή του μορφή περίπου το 17ο – 18ο αιώνα, ενώ πιθανολογείται ότι πρωτοχτίστηκε γύρω στο 10ο αιώνα.
Στο Mont Saint-Michel λοιπόν, γίνεται το εξής εκπληκτικό: Δύο φορές το μήνα συμβαίνει το φαινόμενο της παλίρροιας. Η θάλασσα κατακλύζει ολόκληρη την περιοχή (και τα χωράφια) γύρω από τη νησίδα, αφήνοντας ελάχιστα ακάλυπτο τον κεντρικό δρόμο προς τη νησίδα (τα πάρκινγκ καλύπτονται ολοσχερώς). Πάρα πολύς κόσμος επιλέγει να επισκεφτεί το Mont Saint-Michel τις ημέρες που έχει παλίρροια ώστε να δει αυτό το εντυπωσιακό φαινόμενο να συμβαίνει, όπως ο φίλος μου ο Νίκολας που επέλεξε να ξαναπάει μετά απο 1 χρόνο ακριβώς τη μέρα που θα συνέβαινε το φαινόμενο. Τυχερός που το είδε.
2 φωτογραφίες του Mont Saint-Michel από ψηλά (από το ιντερνετ) Η στάθμη του νερού είναι ανεβασμένη λόγω της παλίρροιας.
Πλησιάζοντας…
Ανεβαίνοντας, με προορισμό το αβαείο.
Στο εσωτερικό του. Κάτι από το «Όνομα του Ρόδου» δε θυμίζει;
Κι εδώ κάνουμε πειράματα με τα παράθυρα και το φως.
Έτοιμοι για παραγγελία…για φωτογραφία εννοώ
Τριγυρίζοντας στο μεσαιωνικό χωριό, το οποίο πλέον είναι γεμάτο με τουριστικά μαγαζάκια και εστιατόρια.
Φεύγοντας.
Όσο εντυπωσιακό κι αν ήταν το μέρος, η οργάνωση του πρακτορείου ήταν άθλια. Από τη στιγμή που φτάσαμε μας δώσανε μόνο 3 ώρες για να εξερευνήσουμε το αβαείο και το χωριό. Τι να πρωτοκάνεις σε 3 ώρες; Να δεις το μοναστήρι; Να κάνεις βόλτα στο χωριό; Να αγοράσεις σουβενιρ; Να κάτσεις σε ένα εστιατόριο να φας με την ησυχία σου; Όλα μα όλα γίνανε στο τρέξιμο και με άγχος. Στο εστιατόριο μας καθυστέρησαν και πολύ τα πιάτα (θέλαμε να δοκιμάσουμε οπωσδήποτε τις φημισμένες ομελέτες της Νορμανδίας-μεταξύ μας δεν ήταν κάτι το ιδιαίτερο), οπότε στο τέλος κυριολεκτικά βγάζαμε φωτογραφίες καθώς τρέχαμε για να προλάβουμε το λεωφορείο. Όχι μόνο εμείς, αλλά όλο το γκρουπ. Αμερικανοί, Ισπανοί, Κορεάτες, να τρέχουμε στη νησίδα και να ανταλλάζουμε φωτογραφικές μηχανές για να βγάλουμε φωτογραφίες, εννοείται πάντα μαζί με το «Ready? One, two, three!» μέσα από κομμένες ανάσες από το λαχάνιασμα. Μεγάλες στιγμές. Και όλα αυτά για να είμαστε πίσω στις 7 το απόγευμα, ενώ θα μπορούσαμε άνετα να είμαστε πίσω στις 9 ή ακόμα και στις 10 το βράδυ. 8 ώρες μέσα σε ένα πουλμαν για το πήγαινε-έλα για να ξοδέψεις τελικά εκεί μόνο 3 ώρες. Φυσικά δεν το μετανιώσαμε, αλλά η όλη οργάνωση ήταν απαράδεκτη ειδικά για την τιμή που είχε το εισιτήριο (γύρω στα 50 ευρώ/άτομο αν θυμάμαι καλά). Στείλαμε ένα αρκετά οξύ complaining letter στην εταιρεία, της οποίας φυσικά το αυτάκι δεν ίδρωσε στο ελάχιστο. Επειδή υπάρχουν αρκετές εταιρείες που οργανώνουν την εν λόγω εκδρομή, αν αποφασίσετε πως θέλετε να την κάνετε κι εσείς, θα σας έλεγα να είστε πολύ προσεχτικοί στην επιλογή του γραφείου και να το ψάξετε αρκετά.
Disneyland Paris
(Ζώνη 5 του Παρισιού με τη γραμμή RER A, προς «Marne-la-Vallée» – Pass Navigo και πάλι).
Τι να πεις κανείς για αυτό το πάρκο; Απίστευτη διασκέδαση για μικρούς και μεγάλους και αν νομίζετε ότι τα rides είναι μόνο για παιδιά δοκιμάστε να μπείτε στο «Rock’n’Roller» ή στο «Space Mountain». 5 ωραιότατα «G» έτσι για να έχετε να θυμάστε. Εμείς μείναμε 2 βράδια στη Disneyland και τη λιώσαμε, μπήκαμε σε ότι υπάρχει και δεν υπάρχει, ακόμα και στις παιδικές ατραξιόν (κοινώς γελοιοποιηθήκαμε, 2 μαντράχαλοι να προσπαθούν να χωρέσουν στο βαγονάκι του «Ντάμπο το ελεφαντάκι», απορώ πώς απογειώθηκε). Ένα καταραμένο πράγμα μου έμεινε στο μυαλό: Hollywood Tower. Ασανσέρ που σε ανεβάζει ψηλά σε ένα art deco ξενοδοχείο δεκαετίας του ’20 με θέμα το Twilight Zone. Πας στην κορυφή. Ανοίγει το παράθυρο, βλέπεις το ύψος, τρως την πρώτη φρίκη. Μετά πέφτει το ασανσερ. Με εσένα μέσα. Για να το θέσω καλύτερα, δεν πέφτεις, όχι, όχι. Η ελεύθερη πτώση θα ήταν πολύ πιο ανώδυνη. Αυτό το πράγμα σε τραβάει προς το έδαφος με δύναμη. Κι εκεί που λες ότι τελείωσε, αυτό ξανανεβαίνει. Και ξαναπέφτει. Και ξανά το ίδιο για 4-5 φορές. Βγήκα με ψυχολογικά από αυτό το ασανσεράκι, έκανα να συνέλθω τουλάχιστον μισή ώρα. Κι ενώ οι άλλοι ξαναμπήκαν άλλες δυο φορές εγώ ούτε απ’έξω δεν ήθελα να περνάω και να το βλέπω. Αυτή ήταν η πιο οδυνηρή μου εμπειρία στη disneyland. Κατά τα άλλα ή όλη εμπειρία ήταν αξέχαστη, πολύ γέλιο, πολλή διασκέδαση!
Στην είσοδο του πάρκου.
Τέλος Σεπτέμβρη-Αρχές Οκτώβρη: Αυτό σημαίνει στολισμοί για το Halloween! Δηλαδή παντού κολοκύθες, καπέλα μαγισσών και γέλια φαντασμάτων από τα ηχεία.
Τι σας έλεγα για τους μαντράχαλους…;
Το City Hall.
Το οξύθυμο, αγαπημένο μου παπί!
Στο Phanton Manor. Αώο τα πιο εντυπωσιακά από άποψη σκηνικών.
Pluto!
Πριν ξεκινήσει το ride στο Thunder Mountain.
Άποψη από το κάστρο της «Αλίκης».
Τσάι κανείς…;;;
Το βράδυ, πριν το εντυπωσιακό show με τα πυροτεχνήματα.
Τελικά…δεν ήταν μόνο ένα λογότυπο στις εισαγωγές των ταινιών.
Στη Disneyland είναι σα να ζεις το παραμύθι της παιδικής σου ηλικίας. Θα ξαναπάω σίγουρα μόλις μεγαλώσουν λίγο τα ανίψια μου μαζί τους.
Και μετά από αυτό το μακροσκελές flash back, θα επιστρέψουμε στο παρόν και στην τελευταία μέρα στο Παρίσι, το Φεβρουάριο του 2016. Στο επόμενο κεφάλαιο.
Κεφάλαιο 5
Τα πρωινά στην πόλη ήταν πανέμορφα λόγω του πεντακάθαρου ουρανού αλλά και αυτής της πολύ συγκεκριμένης «μυρωδιάς» του κρύου, κάτι μεταξύ ψύχρας, υγρασίας, και διάφορων άλλων οσμών που βγαίνουν από τους φούρνους στις γειτονιές της πόλης. Ξυπνώντας την τελευταία ημέρα στο δωμάτιο του ξενοδοχείου αρκετά νωρίς το πρωί παρατήρησα το δρόμο από κάτω αλλά και το απέναντι κτίριο.
Μα τι ωραιότερο να ξυπνάς μένοντας σε αυτό το σπίτι; Μια γωνίτσα στη σοφίτα, καθόλου δε θα με ενοχλούσε ούτε θα είχα παραπάνω απαιτήσεις.
Τα υπόλοιπα κτίρια στο φόντο
Γυμνά κλαδιά, κεραμιδοσκεπές και μικρές καμινάδες που αχνίζουν. Χειμωνιάτικο τοπίο.
Στη λεωφόρο Boulevard de l’hôpital κάτω από το ξενοδοχείο μας ακόμα περνούσαν λιγοστά αυτοκίνητα. Άλλωστε ήταν ακόμα πολύ νωρίς το πρωί.
Το πρόγραμμα είχε τουρ στη Μονμάρτρη στις 11. Πριν από αυτό είπαμε να περάσουμε μια βόλτα από το Musée Rodin. Δεν είχα ψάξει καθόλου περί τίνος πρόκειται, απλά είχα δει αρκετές φωτογραφίες του «Σκεπτόμενου» (Le Penseur) στους κήπους του μουσείου και ήθελα να το δω από κοντά.
Το μουσείο άργησε να ανοίξει για κάποιο αδιευκρίνιστο λόγο (ένα φορτηγό μπαινόβγαινε συνεχώς) οπότε χάσαμε αρκετή ώρα και δεν μπήκαμε γιατί θα αργούσαμε στην ξενάγηση στη Μονμάρτη. Κατάφερα όμως να βγάλω φωτογραφία το διάσημο άγαλμα από την είσοδο του μουσείου. Δυστυχώς, από τη γωνία που ήμουν δε φαινόντουσαν καθόλου «οι πύλες της Κολάσεως», ακριβώς πίσω από το άγαλμα.
Εδώ λοιπόν είναι ο σκεπτόμενος φίλος μας. Πίσω του, ο εντυπωσιακός τρούλος της εκκλησίας Église du Dôme με τον τάφο του Ναπολέοντα στο συγκρότημα «Les Invalides».
Το περισσότερο ζουμ που μπορούσα να κάνω με το φακό μου.
Φεύγοντας από το μουσείο. Ο δρόμος με ενέπνευσε για φωτογραφία. Τα αυτοκίνητα δυστυχώς δε σταματούσαν να περνούν αλλά δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα σε αυτή τη ζωή!
Μονμάρτη.
Τι να πει κανείς για τη Μονμάρτη; Για πολλούς η ομορφότερη περιοχή του Παρισιού, που να σημειώσουμε ότι δεν ανήκε πάντα στο Παρίσι. Κάποτε θεωρούνταν προάστιο εκτός πόλης. Πριν σας πω περισσότερα (μάθαμε πολλά ενδιαφέροντα πράγματα στην ξενάγηση) ένα μικρό flash back από εκείνο το φθινόπωρο του 2013.
Moulin Rouge, νομίζω δε χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις…
Η Sacré Cœur (Ιερή Καρδιά)
Χαζοτουρίστας με τα όλα μου, με μπλουζάκι που γράφει Paris, μόλις αγορασμένο.
Η θέα από τη Sacré Cœur, φυσικά κι εδώ gargoyles.
Ένα ακόμα σημείο με εκπληκτική θέα του Παρισιού. Δυστυχώς η ατμόσφαιρα δεν ήταν πολύ καθαρή αλλά είχε τουλάχιστον ηλιοφάνεια.
Πρωινό στη Μονμάρτη! Με πολλά πολλά κρουασάν φυσικά!
Σε ένα απο τα πιο όμορφα και γνωστά σημεία της Μονμάρτης, τα σκαλιά που κατεβαίνεις από το σημείο που βρίσκεται η Sacré Cœur. Έχει εμπνεύσει ζωγράφους, έχει αποτυπωθεί σε άπειρες φωτογραφίες, έχει πρωταγωνιστήσει σε αμέτρητες προσωπικές στιγμές ζευγαριών.
Να’μαι κι εγώ!
Επιστροφή στο σήμερα…
Φτάσαμε στο σημείο συνάντησης με τον ξεναγό μας, ένα συμπαθέστατο Γάλλο που, παραδόξως, είχε αρκετά καλή προφορά στα αγγλικά.
Η στάση μετρό «Blanche». Ένα art nouveau έργο τέχνης.
Ο λόφος της Μονμάρτης είναι το μόνο μέρος του Παρισιού που έχει διατηρήσει σχεδόν ανέπαφη την εικόνα που είχε το 19ο αιώνα. Οφείλει το όνομά του (σ.σ. «βουνό του μάρτυρα») στο μαρτύριο του Γάλλου επισκόπου Saint Denis, ο οποίος αποκεφαλίστηκε στην κορυφή του το 250 μ.Χ. (θυμάστε στους θρύλους του Παρισιού που αναφέραμε την εικόνα του στις θύρες της Notre Dame; ). Λοιπόν όπως σας είπα και πριν δεν ανήκε πάντα στην πλαίσια της πόλης. Ήταν η περιοχή που περνώντας τα όρια της, βρισκόσουν σε ένα χώρο που φιλοξενούσε καλλιτέχνες, καμπαρέ, πόρνες, ταχυδακτυλουργούς και οτιδήποτε άλλο δεν μπορούσε να φιλοξενηθεί στην πόλη του Παρισιού επειδή θεωρούταν ριψοκίνδυνο. Σε αυτή την περιοχή ο Toulouse-Lautrec, όντως άσχημος, σακάτης, καμπούρης και άρρωστος προτίμησε να περάσει τα τελευταία χρόνια της ζωής του συνεπαρμένος από το μποέμ και φιλελεύθερο τρόπο ζωής.
H συνοικία της Μονμάρτης πριν τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο αποτέλεσε λόγω της φιλοξενίας αρκετών κέντρων διασκέδασης το επίκεντρο της μποέμικης ζωής όλης της Ευρώπης, με πολυάριθμα καμπαρέ, όπως το θρυλικό Moulin Rouge (Κόκκινος Μύλος), το Lapin Agile (Σβέλτος Λαγός) και το Le Chat Noir (Ο Μαύρος Γάτος). To Moulin Rouge και το Lapin Agile είναι τα μόνα καμπαρέ που δεν έχουν σταματήσει να λειτουργούν μέχρι σήμερα.
Το πασίγνωστο πόστερ του 1896 του καμπαρέ «Le Chat Noir».
O Toulouse-Lautrec λοιπόν έφτιαξε και πόστερ για τις βραδιές στο Moulin Rouge, διαφημίζοντας τη γυναίκα με το ψευδώνυμο «La Goulue», τη γυναίκα που «έκλεψε» το καν-καν από τους άντρες (το καν-καν ήταν κατ’εξοχήν αντρικός χορός) και τον έκανε γυναικείο χορό αλλά που είχε και διάφορα άλλα ταλέντα.
Ο διάσημος μύλος…
Προχωρώντας στις γειτονιές της Μονμάρτης…
Το διάσημο μανάβικο που πρωταγωνίστησε στην ταινία «Αμελί». Ο ιδιοκτήτης έχει κάνει τα πάντα για να μας το θυμίζει
Η θέα προς την πόλη καθώς ανεβαίνουμε. Εξαιρετικό σημείο!
Κτίρια που φιλοξενούν διάσημες εκθέσεις με τεράστια σειρά αναμονής και απλησίαστα ενοίκια…
H Fontaine Wallace, ένα από τα πιο γνωστά σύμβολα της Μονμάρτης αλλά και του Παρισιού γενικότερα.
Φτάσαμε στο σπίτι της διάσημης τραγουδίστριας Dalida. Η Δαλιδά ήταν γαλλικής υπηκοότητας Ιταλίδα τραγουδίστρια, χορεύτρια και ηθοποιός. Πούλησε περισσότερα από 85 εκατομμύρια αντίτυπα δίσκων σε πάνω από 10 γλώσσες σ’ όλο τον κόσμο, ενώ πρωταγωνίστησε συνολικά σε 11 ταινίες και σε 2 αυτοβιογραφικά ντοκιμαντέρ.
Έζησε 3 μεγάλους έρωτες. Και οι τρεις άντρες είχαν ψυχική εμμονή μαζί της, κάτι που τους οδήγησε στην αυτοκτονία. Αυτό κλόνισε τη Δαλιδά και έτσι το τέλος της, ήταν ανάλογο. Στις 3 Μαΐου 1987 βρέθηκε νεκρή στο διαμέρισμά της έχοντας λάβει μία ισχυρή δόση βαρβιτουρικών.
Ήταν για τη Γαλλία κάτι σαν αυτό που είναι η Μαντόνα για την Αμερική. Επίσης θεωρείται gay icon, αλλά και ο ορισμός της γυναίκας femme fatale.
Εδώ, τραγουδώντας το «Je suis malade»
Moulin de la galette. Ο ένας από τους δύο μύλους που έχουν διατηρηθεί ακόμα στη Μονμάρτη, από την εποχή που αυτός ο λόφος ήταν μονάχα χωράφια και αμπελώνες.
Ο άνθρωπος που μπορούσε να περνάει μέσα από τοίχους.
Ο μύθος λέει ότι χρησιμοποιούσε το χάρισμά του ώστε να κλέβει και να κάνει διάφορα μικροεγκλήματα και να μπορεί να φεύγει χωρίς να τον πιάνει κανείς. Ακόμα και όταν τον συνελάμβαναν είχε την ικανότητα να δραπετεύει από τη φυλακή περνώντας απλά μέσα από τους τοίχους. Ερωτεύτηκε όμως! Και η γυναίκα της ζωής του του ζήτησε να φύγουν μαζί αφήνοντας όμως το χάρισμά του μια για πάντα. Αυτός δέχτηκε, αλλά απ’ότι φαίνεται το timing δεν ήταν πολύ καλό. Την τελευταία φορά που πήγε να περάσει μέσα από ένα τοίχο η ικανότητά του εξαφανίστηκε με αποτέλεσμα να μείνει εκεί παγιδευμένος για πάντα…
Αυτό είναι ένα τυπικό Παριζιάνικο πάρκο. Με την παιδική χαρά, τα δέντρα, το χώρο για να παίζουν Pétanque (είναι πίσω από τη φωτογραφία) και φυσικά το άγαλμα στη μέση. Εδώ λοιπόν ο Saint-Denis που αναφέραμε αρκετές φορές, κρατώντας το κεφάλι του. Creepy.
Και φτάσαμε στην Place Dalida με την προτομή τής.
Αυτός για μένα είναι ίσως ο ομορφότερος δρόμος της Μονμάρτης. Rue de l’Abreuvoir. Αν έλειπε το άσπρο βανάκι όλα θα ήταν πολύ καλύτερα αλλά όπως είπαμε και πριν, δεν μπορούμε να τα έχουμε όλα. Ας ανεβούμε λοιπόν αυτόν τον πανέμορφο φιδογυριστό δρόμο ώστε να φτάσουμε λίγο πιο κοντά στη Sacré Cœur.
Και αυτός ο δρόμος ενέπνευσε πολλούς ζωγράφους.
Αυτός είναι ο μοναδικός αμπελώνας στη Μονμάρτη και σε όλο το Παρίσι που καλλιεργείται ακόμα. Το κρασί του έχει χαρακτηριστεί το πιο «ακριβό-βρώμικο κρασί» μιας και η τιμή του είναι στα ύψη λόγω της συνοικίας αλλά η ποιότητά του αμφίβολη λόγω του νέφους και του εδάφους που δεν είναι από τα καλύτερα για καλλιέργεια.
Ακριβώς απέναντι, ο «Σβέλτος Λαγός», το καμπαρέ που λειτουργεί ακόμα, μαζί με το Moulin Rouge.
Και φτάσαμε στη Sacré Cœur. Περίτεχνος ναός που συνδυάζει βυζαντινά, γοτθικά και ρωμαϊκά στοιχεία στην αρχιτεκτονική του.
Τα πιο σκούρα σημεία είναι εκεί που δεν «πλένεται» ο ναός από τη βροχή.
Ώρα για θέα…
Και τι θέα!
Εδώ δε μιλάμε για απλή θέα, μιλάμε για άπειρες στέγες και κτίρια μαζεμένα, ή αλλιώς ο οργασμός της καμινάδας. Πανέμορφο τοπίο, δεν το χορταίνεις όση ώρα και να το κοιτάς. Στην εικόνα παρακάτω, η Παναγία των Παρισίων, μεταξύ άλλων.
Street artist.
Είναι αναμφίβολα μία μεγάλη πόλη. Κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Αυτό είναι το Παρίσι το χειμώνα: γκρι-μπλε χρώμα, καφεκόκκινες καμιναδούλες που αχνίζουν, γυμνά κλαδιά δέντρων.
Κατεβαίνοντας.
Φεύγοντας από τη Μονμάρτη ένιωσα γεμάτος από εικόνες. Παρ’όλο που είχα ξανάρθει, η θέα αυτή τη φορά με εντυπωσίασε περισσότερο γιατί η ουρανός ήταν καθαρότερος. Το ότι δεν είχε πολύ κόσμο σίγουρα λειτούργησε και εδώ θετικά (και όχι, ο κόσμος που βλέπετε στις φωτογραφίες δε θεωρείται πολύς. Μιλάμε για το Παρίσι).
Κάναμε λίγες βόλτες ακόμα στους κεντρικούς δρόμους της περιοχής, αποφύγαμε τους πλανόδιους που μας φώναζαν να παίξουμε τον «παπά», αγοράσαμε κάτι λιγοστά σουβενίρ και φύγαμε για το Νεκροταφείο Père Lachaise.
Στο εν λόγω νεκροταφείο είναι θαμμένοι αρκετοί διάσημοι όπως ο Jim Morison, η Edith Piaf, η Μαρία Κάλας, ο Oscar Wilde και πάρα πολλοί άλλοι. Αγοράσαμε ένα χάρτη που θα μας βοηθούσε, εφόσον το νεκροταφείο είναι τεράστιο. Αποφασίσαμε να δούμε τον τάφο του Oscar Wilde (αυτός του Jim Morison προσελκύει τον περισσότερο κόσμο αλλά δεν είχαμε τόσο χρόνο στη διάθεσή μας για να δούμε πάνω από έναν «διάσημο»).
Αρχαιοελληνικός τάφος;;;
Οι δρόμοι του νεκροταφείου.
Οι περισσότεροι είναι οικογενειακοί τάφοι.
Μία από τις οδούς του νεκροταφείου.
Τα κοράκια έδιναν μια γραφική, λίγο ανατριχιαστική πινελιά. Αλλά μάλλον φταίνε τα πολλά θρίλερ που έχω δει.
Και εδώ ο πύργος, διακριτικά παρόν.
Αυτός είναι λοιπόν ο τάφος του αντισυμβατικού Όσκαρ Ουάιλντ. Η οικογένειά του θεώρησε ότι κάτι τέτοιο θα ταίριαζε στον άνθρωπο που με τα βιβλία του διαμόρφωσε και επηρέασε αμέτρητες γενιές ανθρώπων και εξακολουθεί να το κάνει μέχρι σήμερα. Προσωπικά το βρίσκω ελαφρώς κακόγουστο.
«Thank you for everything».
Πήραμε το μετρό από τη βόρεια πλευρά του νεκροταφείου (μπήκαμε από τη νότια πύλη και το διασχίσαμε μέχρι επάνω).
Αυτός είναι ένας τυπικός σταθμός του μετρό εσωτερικά. Σε αυτού του τύπου τους διαδρόμους περπατάς, στρίβεις, ανεβαίνεις, κατεβαίνεις σκάλες, χωρίς τελειωμό.
Φτάσαμε στη συνοικία Saint-Michel, στο κέντρο της πόλης. Είναι στην αριστερή μεριά του Σηκουάνα, απέναντι από το île de la cité. Αυτή η βόλτα, σε αυτή τη γειτονιά, είναι ίσως από τις ωραιότερες που έκανα αυτή τη φορά στο Παρίσι.
Δεκάδες μαγαζιά, γραφικά στενά, εστιατόρια, μυρωδιά ζεστού ζυμαριού στον αέρα, όμορφα κτίρια. Αν ποτέ βρεθείτε προς τα δω, κλείστε gps και χάρτες, απλά χαθείτε στα στενά, μπείτε στα μαγαζιά και στις στοές και αφήστε την πόλη να σας οδηγήσει όπου θέλει.
Στοά που ανακαλύψαμε τυχαία. Μπήκαμε σε ένα εξαιρετικό μαγαζί με δεκάδες χειροποίητα πράγματα, βιβλία, ημερολόγια, αλλά και αντικείμενα μεσαιωνικού ενδιαφέροντος. Ιδιοκτήτρια ήταν μια ψηλόλιγνη, χαμογελαστή και φινετσάτη κυρία που μιλούσε καλούτσικα αγγλικά.
Χωρίς συγκεκριμένο προορισμό. Απλά στρίβουμε τυχαία σε κάθε στενό και παρατηρούμε τα πάντα.
Φτάνοντας στη δεύτερη μεγαλύτερη εκκλησία του Παρισιού μετά τη Notre Dame. Την Église Saint-Sulpice. Όμορφη γωνιά για καφέ.
Tο όμορφο συντριβάνι έξω από την εκκλησία.
Στο βιβλίο του Dan Brown «Ο Κώδικας Ντα Βίντσι», ο συγγραφέας αναφέρει ότι η Γραμμή του Ρόδου (The Rose Line) περνάει μέσα από αυτή την εκκλησία. Σε αυτή την εκκλησία ο πρωταγωνιστής του βιβλίου αν θυμάμαι καλά βρήκε το κρυπτόλεξο που τον οδήγησε στο επόμενο στοιχείο του. Ήταν σε ένα χώρο κάτω από το σημείο που οδηγούσε η Γραμμή του Ρόδου. Ο Κώδικας Ντα Βίντσι περιγράφει τη Γραμμή του Ρόδου ως μία αόρατη ευθεία γραμμή, που προέρχονται από το Βόρειο Πόλο έως το Νότιο Πόλο, που αντιπροσωπεύει τον πρώτο μεσημβρινό. Στην πραγματικότητα, η γραμμή στην εκκλησία χρησιμοποιείται απλώς για τον προσδιορισμό του χειμερινού ηλιοστασίου και του Πάσχα και καμία σχέση δεν έχει με τον πρώτο μεσημβρινό. Παρ’όλα αυτά, η μυθοπλασία του Νταν Μπράουν κατάφερε και έφερε πλήθη επισκεπτών στη Saint-Sulpice.
Αυτή είναι η γραμμή.
Έξω από την εκκλησία, στη Rue Férou. Στον τοίχο της οδού, το ποίημα «Le Bateau ivre» του Arthur Rimbaud.
Και φτάσαμε με τα πόδια στον Πύργο Montparnasse, την πιο ωραία ώρα. Λίγο πριν δύσει τελείως ο ήλιος. Αυτός ο -για πολλούς- άχαρος, άσχημος και εντελώς αταίριαστος στην αισθητική του Παρισιού 56όροφος ουρανοξύστης (είπαμε, οι Παριζιάνοι λατρεύουν να μισούν οτιδήποτε νέο και διαφορετικό αισθητικά από το κλασικό Παρίσι) έχει το εξής τεράστιο πλεονέκτημα σε σχέση με ΌΛΑ τα υπόλοιπα κτίρια και αξιοθέατα της πόλης. Δωσ’τε προσοχή σε αυτό που θα πω. Έχει ΜΑΚΡΑΝ την ωραιότερη θέα που μπορεί να αντικρίσει κάποιος στο Παρίσι. Δεν ξέρω πώς αλλιώς να το περιγράψω. Νόμιζα πως η θέα από τον Πύργο του Άιφελ ήταν συγκλονιστική, μέχρι που ανέβηκα στην Αψίδα του Θριάμβου και είδα την πόλη μαζί με τον πύργο στο κάδρο. Νόμιζα πως ο λόφος της Μονμάρτης προσφέρει επίσης μια τέλεια και ρομαντική θέα, το ίδιο και τα καμπαναριά της Notre Dame, ακριβώς πάνω από το Σηκουάνα. Η πανοραμική θέα που σου προσφέρει αυτό το…αγγούρι που βλέπετε λοιπόν στη φωτογραφία παρακάτω, τα υπερνικάει όλα. Δε θα πω κάτι άλλο, απλά θα παραθέσω τις φωτογραφίες.
Αυτός είναι ο αμφιλεγόμενος Tour Montparnasse. Αν αποφασίσετε να τον επισκεφτείτε, να είστε έτοιμοι για διεξοδικό έλεγχο και σκανάρισμα στα πράγματά σας. Ωστόσο, όλοι ήταν ευγενέστατοι. Το εισιτήριο για τον τελευταίο όροφο είναι 15 ευρώ αλλά θεωρώ ότι αξίζει κάθε σεντ.
Και αυτή είναι η θέα που αντίκρισα ανεβαίνοντας στο τελευταίο επίπεδο του πύργου.
Το μπλε του σούρουπου, τα φώτα της πόλης που σιγά σιγά ανάβουν, τα φώτα των μεγάλων λεωφόρων αλλά ακόμα και των μικρών σπιτιών, οι πλατείες, τα πάρκα, τα μεγάλα πολυκαταστήματα αλλά και οι γραφικές συνοικίες, ο Πύργος του Άιφελ που τραβάει τα βλέμματα φυσικά, η La Défense πίσω του, όλα είναι εδώ, μέσα στο ίδιο κάδρο, αρκεί να κάνετε ένα πανοραμικό γύρο. Παρ’τε το χρόνο σας αν αποφασίσετε να ανεβείτε (και σας το προτείνω ανεπιφύλακτα).
Η Saint Sulpice! Απο εκεί ήρθαμε. Μην ξεγιελιέστε από το ζουμ του φακού. Είναι μακριούτσικα.
Η Παναγία των Παρισίων.
Το κρύο άρχισε να γίνεται τσουχτερό σε τέτοιο ύψος και δεν αντέξαμε για πάνω απο 20-25 λεπτά. Όμως νομίζω ήταν αρκετό. Το μυαλό είχε αποτυπώσει καλά την εικόνα. Μετά πήγαμε στο καφέ του από κάτω ορόφου και παρατηρούσαμε τα φώτα του πύργου να αναβοσβήνουν όταν το ρολόι έδειξε ακριβώς. Όταν σκοτείνιασε εντελώς, φύγαμε.
Και σε αυτό το σημείο έκλεισε και πάλι η κάμερα. Έτσι τελείωσε η μέρα, αλλά και ουσιαστικά το δεύτερο ταξίδι μου στο Παρίσι. Το επόμενο πρωινό γυρίσαμε στην Ελλάδα.
Κλείνοντας, να πω κάποια πράγματα για αυτή την πόλη.
Το Παρίσι δε σου τα δίνει όλα. Δεν έχει τις πλατείες και τους λόφους της Ρώμης. Δεν είναι τόσο καθαρό όσο η Βιέννη. Για κάποιους ίσως δεν έχει τα θέατρα και τη νυχτερινή ζωή ή την ποικιλομορφία του Λονδίνου ή την ποιότητα ζωής μιας σκανδιναβικής πόλης. Αν μπορέσεις όμως είναι το ζήσεις πέρα από τα ελαττώματά του (που εδώ που τα λέμε όλες οι μεγάλες πόλεις έχουν) θα σου προσφέρει συγκινήσεις ασύγκριτες. Για μένα το Παρίσι είναι η αύρα που αποπνέουν οι δρόμοι του και οι λεωφόροι του. Είναι τα ξερά φύλλα που πατάς στους κήπους του Λουξεμβούργου. Είναι η μυρωδιά αχνιστού κρουασάν και γλυκιάς κρέπας όταν βολτάρεις στα στενά του Marais και του Saint-Michel. Είναι το χαμηλόφωνο και ευγενικό «bonjour monsieur!» της μαγείρισσας ένα πρωινό στο ξενοδοχείο. Είναι η εικόνα μιας φοιτήτριας να καπνίζει με φινέτσα περιμένοντας το λεωφορείο, είναι οι ερωτικές ιστορίες των καμπαρέ στη Μονμάρτη, είναι ο ήχος που κάνει το ποταμόπλοιο στο Σηκουάνα και οι φωνές των ανθρώπων που σε χαιρετούν απο τις όχθες του, είναι τα τυριά και τα εκλέρ με γέμιση καφέ, είναι οι ζωηρές νότες που βγάζει το κοντραμπάσο σε ένα υπόγειο μπαρ, ειναι η φασαρία που κάνουν οι μεθυσμένοι Παριζιάνοι κάτω απο το διαμέρισμα που μένεις ένα βράδυ Σαββάτου στη Βαστίλη, είναι η τέχνη που ξεχειλίζει απο το τελευταίο καγκελάκι της γέφυρας Alexandre III μέχρι τη στάση ενός σταθμού του μετρό… Και είναι και κάτι άλλο. Είναι το χρώμα και η μυρωδιά που ανασύρεις απο τη μνήμη σου όταν σκέφτεσαι ένα ταξίδι ή μία πόλη, που δεν μπορεί να αποτυπωθεί ούτε με λέξεις, ούτε με φωτογραφίες.
Θα σας αφήσω με την τελευταία φωτογραφία που έβγαλα απο τον πύργο Montparnasse λίγο πριν νυχτώσει εντελώς και θα καταλάβετε γιατί επιμένω ότι η θέα είναι συγκλονιστική. Το είχα δει σε wallpaper αλλά όταν το βλέπεις απο κοντά δεν έχει καμία μα καμία σχέση. Και αυτή είναι η τελευταία εικόνα που έχω συγκρατήσει απο το Παρίσι στο μυαλό μου. Μέχρι την επόμενη φορά, γιατί θα υπάρξουν πολλές επόμενες φορές σίγουρα, αυτή την εικόνα θέλω να θυμάμαι.
FIN